Tag Archives: Civil War

Εικόνα

Έλληνες αιχμάλωτοι και απαχθέντες από τον Δ.Σ.Ε. στην Αλβανία μετά τον Εμφύλιο

https://ift.tt/vGB9NTI

Με ένα από τα σχετικά άγνωστα ζητήματα των ελληνοαλβανικών σχέσεων, αυτό των Ελλήνων στρατιωτικών και μη που βρέθηκαν στην Αλβανία μετά τη λήξη του Εμφυλίου ασχολείται ο Σταύρος Γ. Ντάγιος στο συλλογικό βιβλίο «ΜΕΤΑΞΥ ΑΦΟΣΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΧΥΠΟΨΙΑΣ» των εκδόσεων «αλεξάνδρεια» (επιμέλεια Στράτος Ν.Δορδανάς – Βάιος Καλογρηάς – Νίκος Μαραντζίδης). Ήδη, ο Βασίλης Τσακίρογλου αναφέρθηκε γενικά στο περιεχόμενο του βιβλίου, εμείς σήμερα θα εστιάσουμε στο κεφάλαιο που υπογράφει ο Σταύρος Ντάγιος, άριστος γνώστης των γεγονότων στην Αλβανία στα χρόνια του Χότζα και με πολλές αποκαλύψεις από τα κρατικά αλβανικά αρχεία στο ενεργητικό του. Ο κύριος Ντάγιος έχει γράψει και άλλα βιβλία που έχουμε παρουσιάσει σε άρθρα μας. Τον ευχαριστούμε θερμά που μας έδωσε την άδεια να αντλήσουμε στοιχεία για το σημερινό μας άρθρο από το κεφάλαιο του βιβλίου που έχει γράψει ο ίδιος, καθώς και για τις αδημοσίευτες φωτογραφίες που μας έστειλε.

Πώς βρέθηκαν χιλιάδες Έλληνες αιχμάλωτοι στην Αλβανία;

Μετά τη λήξη του Εμφυλίου βρέθηκαν στην Αλβανία χιλιάδες μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ), αυτόμολοι, οικειοθελώς «διαρρεύσαντες», όπως γράφει ο Σταύρος Ντάγιος, «ανταρτόπληκτοι», αλλά και εκατοντάδες αιχμάλωτοι αξιωματικοί και στρατιώτες του Εθνικού Στρατού (ΕΣ), απαχθέντες, άμαχοι και ανήλικα παιδιά που μεταφέρθηκαν εκεί βίαια με εντολή της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε. Μάχιμοι και άμαχοι μεταφέρθηκαν στην ενδοχώρα και τακτοποιήθηκαν πρόχειρα. Ο πραγματικός αριθμός τους παραμένει άγνωστος. Ο Iljaz Lumani Αλβανός αξιωματικός για την ασφάλεια της πολιτικής ηγεσίας του Κ.Κ.Ε. κάνει μνεία για 72.230 άτομα, αριθμός υπερβολικός και αυθαίρετος.

Ο Σ. Ντάγιος υπολογίζει ότι συνολικά στην Αλβανία βρίσκονταν περίπου 15.000 Έλληνες στα τέλη του 1949. Ο αριθμός τους δεν ήταν σταθερός και είχε αυξομειώσεις.

Πού εγκαταστάθηκαν οι Έλληνες «πρόσφυγες» στην Αλβανία

Το πρώτο στρατόπεδο συγκέντρωσης για τους Έλληνες «πρόσφυγες» στην Αλβανία λειτούργησε στις αρχές του 1947 (ως τις αρχές του 1951) στο Πεκίν, κοντά στο Ελμπασάν, όπου παρέμειναν έγκλειστοι 170 Έλληνες. Στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στη Λούσνια, στο στρατόπεδο του Πλουγκ. Το πρώτο στρατόπεδο αιχμαλωτισθέντων και απαχθέντων στρατιωτικών του ΕΣ λειτούργησε στην τοποθεσία της Βαλίας κοντά στα Τίρανα. Χιλιάδες πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στο στρατόπεδο του Burell (Μπουρέλι) στον βορρά (επρόκειτο για μαχητές του ΔΣΕ από τον Γράμμο) και άλλοι στο Ελμπασάν, στην κεντρική Αλβανία (μαχητές του ΔΣΕ από το Βίτσι). Εκατοντάδες νοσούντες, τραυματίες και ψυχικά ασθενείς μεταφέρθηκαν στο γεωργικό συνεταιρισμό Βαλίας, ενώ τα νοσοκομεία της Κορυτσάς και της Μοσχόπολης γέμισαν από τραυματίες.

Το γενικό επιτελείο του ΔΣΕ μεταφέρθηκε προσωρινά στο χωριό Dardhe (Ντάρδε) της Κορυτσάς και στη συνέχεια μεταφέρθηκε κι αυτό στο Μπουρέλι, ενώ το Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. εγκαταστάθηκε στα Τίρανα υπό συνθήκες περιορισμού και την άνοιξη του 1950 αναχώρησε οριστικά από την Αλβανία. Υπενθυμίζουμε ότι και ο Νίκος Ζαχαριάδης, μετά την ήττα του ΔΣΕ εγκαταστάθηκε στην Αλβανία (ήταν ο πρώτος σταθμός της «περιπλάνησής» του). Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. εξακολούθησε να πιστεύει σε έναν ακόμα, νέο, γύρο για την κατάκτηση της εξουσίας. Στην απειλή της ελληνικής κυβέρνησης, «Με το χέρι στη σκανδάλη», οι Έλληνες κομμουνιστές απαντούσαν «Με το όπλο παρά πόδα».

Η διαμάχη Χότζα – Ζαχαριάδη και η άποψη της ΕΣΣΔ

Τα κομμουνιστικά κόμματα Ελλάδας και Αλβανίας ήρθαν σε ρήξη το 1949. Ο Χότζα απέστειλε επιστολή στον Στάλιν (αρχές Νοεμβρίου 1949), στην οποία εξέθετε την παραβατική συμπεριφορά των Ελλήνων προσφύγων στην Αλβανία, επισήμαινε ότι οι Έλληνες κομμουνιστές επιθυμούσαν να χρησιμοποιήσουν το αλβανικό έδαφος για τη συνέχιση της, παράνομης, δράσης τους στην Ελλάδα αλλά συγχρόνως οι Έλληνες εγκαλούσαν το Κόμμα Εργασίας της Αλβανίας (ΚΕΑ) ότι είχε διολισθήσει στις θέσεις του Τίτο.

Νίκος Ζαχαριάδης
Μάλιστα, η ηγεσία της Αλβανίας σκόπευε να απελάσει τον Ζαχαριάδη και όλη την ηγεσία του Κ.Κ.Ε. ως ανεπιθύμητους θεωρώντας ότι κινδύνευε ολόκληρη η Αλβανία, ενώ ο Χότζα σκόπευε να απελάσει και όλους τους Έλληνες πρόσφυγες που είχαν καταφύγει στη χώρα του μαζί με όλο τον εξοπλισμό του ΔΣΕ, ακόμα και τους ασυρμάτους. Πρώτα, θα τους περιόριζε σε στρατόπεδα μακριά από την ελληνική μεθόριο όπου θα υπήρχε αυστηρός έλεγχος. Στους ανθρώπους του Ζαχαριάδη είχαν επιβληθεί απαγορευτικά μέτρα εξόδου στην Ελλάδα και εισόδου απ’ αυτή, παρά την αντίδραση του ίδιου.

Εξαίρεση αποτελούσαν όσοι αντάρτες που είχαν απομείνει στην Ελλάδα κατέφευγαν στην Αλβανία ζητώντας άσυλο. Η επιστολή Χότζα (Arkivi Qendror i Shtetit, F. 14/AP, V. 1949, D. 3, Fl. 44: Επιστολή του Ενβέρ Χότζα προς την ΚΕ του ΚΚΣΕ, 1 Νοεμβρίου 1949) ήταν ιδιαίτερα σκληρή. Και μόνο η λέξη «ανεπιθύμητοι» για τους Έλληνες σήμαινε πολλά. Εύστοχα γράφει ο Σ. Ντάγιος: «Εν ολίγοις, η αλβανική ηγεσία θεωρούσε τους αντάρτες ενοχλητικά βαρίδια, οι οποίοι κανένα όφελος δεν απέφεραν στη χώρα».

Εμβέρ Χότζα
Οι συνθήκες κράτησης των Ελλήνων ήταν άθλιες. Ιδιαίτερα το Μπουρέλι χρησιμοποιήθηκε ως κολαστήριο για τη συγκάλυψη των διώξεων των πολιτικών διαφωνούντων με την ηγεσία του Κ.Κ.Ε. Μια έρευνα που έγινε από το Κ.Κ.Ε. κατέληξε στο πόρισμα ότι υπεύθυνοι για τις παρανομίες και τις αυθαιρεσίες που έγιναν εκεί ήταν μικρομεσαία στελέχη του κόμματος και η «κλίκα Τίτο-Ράνκοβιτς». Επρόκειτο για σαθρή δικαιολογία η οποία είχε προβληθεί για να κρύψει τα βασανιστήρια και τους εσωτερικούς διωγμούς.

Ο Ζαχαριάδης είχε δώσει εντολή να εξοντώνονται αλύπητα οι διαφωνούντες με την κομματική γραμμή, οι σλαβόφωνοι και τα φιλογιουγκοσλαβικά στοιχεία. Φυσικά για ένα εγκληματικό σύστημα, όπως αυτό του ΚΕΑ, το συγκεκριμένο ήταν πολύ εύκολο, καθώς και οι αντάρτες ήταν απροστάτευτοι. Πάντως η σοβιετική ηγεσία δεν δέχθηκε ολοκληρωτικά τις αλβανικές αιτιάσεις και συνέστησε στο καθεστώς Χότζα να μην προβαίνει σε αυθαίρετες ενέργειες απελάσεων και να επιτρέπει σε όσους θέλουν, να παραμείνουν και να εργαστούν στην Αλβανία. «Στο υποσυνείδητο της σοβιετικής πολιτικής το ελληνικό ζήτημα δεν είχε λήξει» γράφει ο Σ. Ντάγιος και σημειώνει ότι οι Έλληνες αντάρτες στην Αλβανία, κατά την Ε.Σ.Σ.Δ., εξυπηρετούσαν τους μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς της.

Αφίσα του ΔΣΕ
Πάντως από τα μέσα του Σεπτεμβρίου 1949 άρχισε η μαζική αναχώρηση από την Αλβανία: αρχικά έφυγαν τα απαχθέντα παιδιά, έπειτα οι οικογένειες και τέλος, οι αιχμάλωτοι Έλληνες αξιωματικοί και στρατιώτες. Τα ζώα που είχαν μεταφερθεί στην Αλβανία κρατήθηκαν από τις Αρχές της χώρας και πωλήθηκαν σε γεωργικούς συνεταιρισμούς, όπως και όλα τα προσωπικά αντικείμενα όσων έφυγαν από την Αλβανία. Τους επιτράπηκε να μεταφέρουν μόνο αποσκευές συνολικού βάρους μέχρι δέκα κιλά. Κατά την αναχώρηση των προσφύγων σημειώθηκαν επεισόδια και αψιμαχίες.

Έγιναν συλλήψεις και εκτελέσεις όσων αντιστάθηκαν για εκφοβισμό των υπολοίπων. Η μεταφορά των προσφύγων έγινε με άθλια, παλιά φορτηγά στα λιμάνια του Δυρραχίου και της Αυλώνας και από εκεί με εμπορικά σοβιετικά και ρουμανικά πλοία προς την Πολωνία, τη Ρουμανία και την Ε.Σ.Σ.Δ. Τον Δεκέμβριο του 1949 απομακρύνθηκαν και οι τελευταίοι Έλληνες από την Αλβανία, προς την πολωνική πόλη Γκντίνια. Στη γειτονική μας χώρα παρέμειναν προσωρινά για περίθαλψη μερικές εκατοντάδες μαχητές του ΔΣΕ ως την πλήρη ανάρρωσή τους, άνδρες του ΕΣ, περίπου 500 αιχμάλωτοι προχωρημένης ηλικίας, αλλά και εκατοντάδες άμαχοι κτηνοτρόφοι, κυρίως από την Ήπειρο, που είχαν φύγει για την Αλβανία ως «ανταρτόπληκτοι» μαζί με τα ζώα τους.

Το σχέδιο Ζαχαριάδη-Μπαρτζιώτα για δολιοφθορές στην Ελλάδα

Δεν ήταν όμως μόνο αυτοί. Με εντολή των Ζαχαριάδη και Μπαρτζιώτα παρέμειναν επίσης στην Αλβανία 600 επίλεκτοι καταδρομείς οι οποίοι θα χρησιμοποιούνταν για δολιοφθορές σε ελληνικό έδαφος και ασυρματιστές. Αυτοί μεταφέρθηκαν στον βορρά της Αλβανίας και θα δρούσαν στην Ήπειρο και τη Μακεδονία. Παρέμειναν επίσης 500 Σλαβομακεδόνες στο Μπουρέλι για τον ίδιο λόγο.

Υπολογίζεται ότι όσοι Έλληνες είχαν παραμείνει στην Αλβανία και μπορούσαν να φέρουν όπλα ήταν 1.500-2.000. Σύμφωνα με στοιχεία από την Υπηρεσία Διπλωματικού Ιστορικού Αρχείου (ΥΔΙΑ) του Υπουργείου Εξωτερικών, από την Αλβανία αναχώρησαν 33.000-34.000 Έλληνες. Ως τόποι εκπαίδευσής τους ορίστηκαν η κοιλάδα του Ίσμι στο Ελμπασάν και το Μπουρέλι. 150 έμπιστοι αντάρτες, σύμφωνα με εμπιστευτικούς καταλόγους που έδωσε ο Βασίλης Μπαρτζιώτας, είχαν μεταφερθεί στα γραφεία της αλβανικής Ασφάλειας στους Αγίους Σαράντα, το Αργυρόκαστρο, την Κορυτσά, το Ελμπασάν και την Ερσέκα (κωμόπολη της Αλβανίας κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα, στους πρόποδες του Γράμμου), για οργάνωση μικρών ομάδων πληροφοριοδοτών, που θα αναλάμβαναν άμεσα κατασκοπευτική δράση στην Ελλάδα προς όφελος των μυστικών υπηρεσιών της Αλβανίας (!) και του ΔΣΕ.

Μεχμέτ Σέχου
Ο Μπαρτζιώτας («Φάνης»), είχε σχετική πείρα από το 1943, καθώς ήταν από τους οργανωτές της ΟΠΛΑ, ως μέλος της ΚΕ του Κ.Κ.Ε., ενώ ήταν και υπέρμαχος της «σκληρής γραμμής» από το κόμμα. Οι αντάρτες του ΔΣΕ που παρέμειναν στην Αλβανία ήταν αδίστακτοι και ετοιμοπόλεμοι, ικανοί να προκαλέσουν σοβαρές ταραχές στην Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία και να αποσταθεροποιήσουν τη χώρα μας. Πάντως, οι περισσότεροι δεν ήθελαν να μείνουν στην Αλβανία, αλλά να μεταβούν σε άλλες χώρες του ανατολικού μπλοκ. Για όσο διάστημα παρέμεναν στην Αλβανία θα εργάζονταν και θα γυμνάζονταν. Η εσπευσμένη αναχώρηση των Ελλήνων προσφύγων, η οποία στη συνέχεια δημιούργησε πολλά προβλήματα, έγινε για τους εξής λόγους: για να εξαλειφθεί η απειλή από την Ελλάδα, να δοθεί τέλος στην ελληνική και δυτική προπαγάνδα ότι οι κομμουνιστές ζουν σε βάρος των φτωχών και δύστυχων Αλβανών και για να επιτευχθεί ο διαχωρισμός τιτοϊκών-σταλινικών.

Μετά την αποχώρηση των χιλιάδων Ελλήνων από την Αλβανία και τη μετεγκατάστασή τους σε ανατολικές χώρες, είχαν μείνει όπως αναφέραμε, κυρίως μαχητές του ΔΣΕ που αποτελούσαν την πλειοψηφία και αιχμάλωτοι άνδρες του Ελληνικού Στρατού. Υπήρχαν επίσης οι άμαχοι και οι κτηνοτρόφοι, οι οποίοι άλλοτε εκλαμβάνονταν ως αντάρτες του ΔΣΕ και άλλοτε ως αιχμάλωτοι. Οι αντάρτες του ΔΣΕ στρατοπέδευσαν στη Λούσνια και οι υπόλοιποι στο Βαλίας, έπειτα στο Σουκθ, στη Λούσνια και αλλού. Οι πρώτοι ονομάστηκαν «δημοκράτες», οι δεύτεροι «μοναρχοφασίστες», ενώ οι ζωοτρόφοι χαρακτηρίστηκαν «βοσκοί» και αφέθηκαν ελεύθεροι, διασκορπισμένοι σε όλη την αλβανική επικράτεια. Αυτοί κατείχαν περίπου 11.000 γιδοπρόβατα. Τέλος, συγκροτήθηκαν και στρατόπεδα εγκλεισμού και καταναγκαστικών έργων, όπου κλείστηκαν οι Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες.

Για τους «δημοκράτες» ενδιαφέρθηκε το Κ.Κ.Ε., για τους λεγόμενους «μοναρχοφασίστες» η ελληνική κυβέρνηση και κάποιες φορές, για λόγους προπαγάνδας και τακτικής, το Κ.Κ.Ε. Η αλβανική παραδοσιακή ιστοριογραφία αποσιώπησε για πολλά χρόνια την ύπαρξη Ελλήνων αιχμαλώτων και απαχθέντων στρατιωτικών ή έδινε ανακριβείς πληροφορίες γι’ αυτούς.

Dag Hammarskjld
«Δημοκράτες» και «μοναρχοφασίστες» σε αλβανικά στρατόπεδα και φυλακές

Οι αλβανικές Αρχές επιδίωκαν τα στρατόπεδα να έχουν αμιγώς «δημοκρατική» ή «μοναρχοφασιστική» πληθυσμιακή σύνθεση, ύστερα κι από αίτημα της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε., αλλά αυτό δεν τηρήθηκε. Οι Αλβανοί, μετά την είσοδο των Ελλήνων στη χώρα τους, υποχρέωναν τους αιχμαλώτους να υπογράψουν δηλώσεις μετανοίας με τις οποίες ενοχοποιούσαν την Ελλάδα και διαστρέβλωναν τα αληθινά γεγονότα, σχετικά με τον τόπο και τον τρόπο αιχμαλωσίας τους και τα πραγματικά τους «πιστεύω». Οι περισσότερες δηλώσεις αποσπάστηκαν κάτω από κάθε είδους εκβιασμό και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Η οργάνωση των εγκλείστων στα στρατόπεδα είχε στρατιωτική δομή. Αυτοί ήταν καταταγμένοι σε ομάδες εργασίας και σιτίζονταν σε κοινές αίθουσες συσσιτίων (menca), πάντα κάτω από την αυστηρή παρακολούθηση των αλβανικών Αρχών.

Οι «δημοκράτες» αντιμετωπίστηκαν ευνοϊκότερα, σε κάποιους μάλιστα επιτράπηκε να ασκήσουν το επάγγελμά τους. Οι στρατοπεδευμένοι είχαν το δικαίωμα να κινούνται μόνο εντός των ορίων της περιφέρειας του στρατοπέδου και μόνο με ειδική άδεια μπορούσαν να μεταβούν σε άλλη περιφέρεια. Αλλά γενικά οι συνθήκες διαβίωσης και των μαχητών του ΔΣΕ ήταν άθλιες. Την άνοιξη του 1952 κλιμάκιο του Κ.Κ.Ε. με τους Ηλία Καρρά και Απόστολο Σπήλιο επισκέφθηκε Έλληνες αντάρτες και αμάχους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στους Αγίους Σαράντα, την Πρεμετή, τη Λούσνια και το Τεπελένι, οι οποίοι είχαν εκφράσει επανειλημμένα παράπονα για τις άθλιες συνθήκες κράτησης, σίτισης και εργασίας. Πολλοί από αυτούς είχαν πεθάνει κάτω από ύποπτες συνθήκες ή είχαν δολοφονηθεί από τους φύλακες, ενώ εκατό κρατούμενοι είχαν προσβληθεί από φυματίωση.

Επίσης αρκετοί προσπάθησαν να δραπετεύσουν, ρισκάροντας την ίδια τους τη ζωή. Ο αντιπρόεδρος της αλβανικής κυβέρνησης Μεχμέτ Σέχου είπε στον Καρρά ότι πολλοί κρατούμενοι ήταν πράκτορες, ενώ 48 άτομα είχαν ήδη καταδικαστεί σε διάφορες ποινές φυλάκισης. Το Κ.Κ.Ε. από την πλευρά του προσπαθούσε να προσηλυτίσει αμάχους και κτηνοτρόφους, μέσω διακίνησης προπαγανδιστικού υλικού, κυρίως της ελληνόφωνης εφημερίδας «Λαϊκό Βήμα», να βρεθούν τρόποι παρακολούθησης του ραδιοφωνικού σταθμού «Ελεύθερη Ελλάδα», αλλά και να βελτιωθούν οι συνθήκες διαβίωσης στα στρατόπεδα.

Μετά την παρέμβαση του Κ.Κ.Ε. το αλβανικό κράτος αύξησε τον μισθό του δεκαπενθήμερου από 150 σε 600 λεκ. Σε ειδική συνεδρίαση το ΠΓ της ΚΕ του Κ.Κ.Ε. αποφάσισε μεταξύ άλλων, να διενεργηθεί γενναία εκκαθάριση μεταξύ υπόπτων και έμπιστων. Η εισαγωγή σε σχολεία ή φροντιστήρια επαγγελματικής κατάρτισης θα γινόταν ύστερα από αυστηρό κομματικό έλεγχο. Οι αλβανικές Αρχές δεν ήθελαν να γίνουν οι επανενώσεις οικογενειών στη χώρα τους αλλά όσοι ήθελαν, μπορούσαν να αναχωρήσουν από την Αλβανία για άλλες χώρες του ανατολικού μπλοκ για να γίνουν οι συνενώσεις εκεί σύμφωνα με ονομαστικούς καταλόγους που είχε κοινοποιήσει το Κ.Κ.Ε. Για επιτήρηση της διαδικασίας αναχώρησης και την επίλυση γενικότερων προβλημάτων πήγε ως απεσταλμένος του Κ.Κ.Ε. στην Αλβανία ο Ορθόδοξος Τοκαλής και έμεινε εκεί ως την άνοιξη του 1954.


Διαπίστωσε ότι η όλη διαδικασία γινόταν εσπευσμένα και ήταν προβληματική. Ο Τοκαλής διαπίστωσε ότι στη μικρή κοινωνία των ανταρτών και των κτηνοτρόφων συνέβαιναν όσα γίνονται σε οποιαδήποτε ανθρώπινη κοινωνία: απειλές, αντιζηλίες, έρωτες, προδοσίες, μοιχείες, παιδιά που εχθρεύονταν τους γονείς τους για τις επιλογές τους κ.λπ. Καθώς η αποστειρωμένη μαρξιστική κοσμοαντίληψη αγνοούσε όλα αυτά, αυτό έδινε το «δικαίωμα» στο Κ.Κ.Ε. να χαρακτηρίζει τον κόσμο αυτό ως εχθρό, να καταδίδει τους ανθρώπους, να τους φυλακίζει, να τους διχάζει και ευτελίζει για να μπορεί τελικά να τους ελέγχει καλύτερα (ΑΣΚΙ, Αρχείο Κ.Κ.Ε., κουτί 124, φάκ. 7/11/23: Επιστολή στον Γαρέφη, 15 Μαΐου 1956).

Τον Φεβρουάριο του 1955 πήγε στην Αλβανία ο Μιχάλης Δαρόγλου («Γαρέφης») που ανακοίνωσε στους Αλβανούς ότι το Κ.Κ.Ε. αποφάσισε τον επαναπατρισμό όλων των προσφύγων. Ήταν αβέβαιο όμως αν η κυβέρνηση Παπάγου θα δεχόταν κάτι τέτοιο καθώς φοβόταν, όχι αδικαιολόγητα, ότι ένα μέρος τους είχε στρατολογηθεί από ξένες υπηρεσίες και αυτό έθετε σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια. Ιδιαίτερα αρνητική ήταν στα αιτήματα των Σλαβομακεδόνων που είχαν ταυτιστεί με τις κομμουνιστικές απόψεις. Θυμίζουμε ότι το νομικό καθεστώς του επαναπατρισμού το άλλαξε η (πρώτη) κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Με κοινή απόφαση των Υπουργείων Εξωτερικών και Δημόσιας Τάξης (106841/29-12-1982: «Ελεύθερος επαναπατρισμός και απόδοση ελληνικής ιθαγένειας στους πολιτικούς πρόσφυγες», ΦΕΚ 1983/Β/Ι) ορίστηκε ότι μπορούν να επιστρέψουν στην Ελλάδα όλοι οι Έλληνες το γένος που κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου 1946-1949 και λόγω αυτού κατέφυγαν στην αλλοδαπή ως πολιτικοί πρόσφυγες έστω κι αν αποστερήθηκαν της ελληνικής τους ιθαγένειας».

Επανερχόμενοι στους πρόσφυγες στην Αλβανία, να σημειώσουμε ότι ανάμεσα στους κρατούμενους κομμουνιστές υπήρχαν εξοντώσεις και διωγμοί, είτε φανερά είτε στο παρασκήνιο, τις οποίες οι αλβανικές Αρχές ενθάρρυναν για να εξασφαλίζουν συνεργάτες και πληροφοριοδότες. Υπήρχαν δύο αντίπαλες ομάδες, η μία του Θεοδόση Φίλιου (γραμματέα της κομματικής ομάδας) και η δεύτερη του Γιάννη Φωτάκη, ο οποίος αργότερα εγκαταστάθηκε στην Πολωνία. Η πρώτη ομάδα θεωρούσε ότι τα μέλη της ήταν πιστοί στο Κ.Κ.Ε. και μαχητές του ΔΣΕ ενώ τα μέλη της άλλης ήταν ύποπτοι «μοναρχοφασίστες».

Αντίθετα, τα μέλη της δεύτερης ομάδας αρνούνταν πως ήταν ύποπτοι, πως πρόδωσαν την κομμουνιστική ιδεολογία και είχαν παραβιάσει την κομματική γραμμή, καθώς έφυγαν για τη Γιουγκοσλαβία και στη συνέχεια επέστρεψαν στην Αλβανία. Τα πράγματα έφτασαν στα άκρα τον Μάρτιο του 1952 όταν ο Φωτάκης κατηγορήθηκε για βιασμούς, καταχρήσεις και διασπάθιση κομματικών χρημάτων. Έγινε παρέμβαση των Αλβανών που αποκάλυψε ότι ο ίδιος ο αξιωματικός ασφαλείας του στρατοπέδου Μεχίλι ήταν αναμεμειγμένος στα σκάνδαλα. Συνελήφθη και καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση. Γενικότερα στα στρατόπεδα των Ελλήνων συνέβαιναν πολλά γεγονότα που περιγράφει αναλυτικά ο Σταύρος Ντάγιος στο βιβλίο «ΜΕΤΑΞΥ ΑΦΟΣΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΧΥΠΟΨΙΑΣ». Θα ήταν πραγματικά αδύνατο να τα αναφέρουμε όλα στο σημερινό άρθρο.

Ο επαναπατρισμός από την Αλβανία μετά από ελληνικά διαβήματα και η απαράδεκτη συμπεριφορά του καθεστώτος Χότζα

Από τα χρόνια του Εμφυλίου, η ελληνική κυβέρνηση είχε εκφράσει τις ανησυχίες της για τους Έλληνες στρατιωτικούς στην Αλβανία. Στις 5 Νοεμβρίου 1948 το ελληνικό κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα διαμαρτυρίας προς τον πολιτισμένο κόσμο για το εγκληματικό «παιδομάζωμα» και τις απαγωγές των ομήρων παρουσία του Αντιπροέδρου της Βουλής των Λόρδων Τέινχαμ. Την 1η Μαΐου 1949 η ελληνική κυβέρνηση έθεσε το θέμα του επαναπατρισμού των απαχθέντων Ελληνοπαίδων και των ομήρων στον Ο.Η.Ε.

Βασίλης Μπαρτζιώτας
Η διεθνοποίηση του προβλήματος και η εμπλοκή του Ο.Η.Ε. στιγμάτισαν τόσο την Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση όσο και την Αλβανία, που πλέον χαρακτηριζόταν ως «μικρός κακοποιός των Βαλκανίων». Το θέμα όμως δεν διευθετήθηκε. Η Γ.Σ. του Ο.Η.Ε. κάλεσε την Αλβανία να επιτρέψει τον επαναπατρισμό των αιχμαλώτων και των απαχθέντων Ελληνοπαίδων, τα Τίρανα όμως κώφευαν παρά τα συντριπτικά στοιχεία που διέθετε σε βάρος τους η διεθνής κοινότητα. Ακόμα και ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός, την 1/12/1950 διατύπωσε σε ψήφισμα της Γ.Σ. του Ο.Η.Ε. βαριές κατηγορίες εναντίον της Αλβανίας. Στις 17/3/1953 κι ύστερα από πιέσεις της Αθήνας καταδίκασε εκ νέου την Αλβανία που ισχυριζόταν ψευδώς ότι δεν υπήρχαν Έλληνες στο έδαφός της.

Η αλήθεια είναι βέβαια ότι η κατάσταση ήταν περίπλοκη. Η νομική υπηρεσία του ελληνικού ΥΠΕΞ εκτιμούσε ότι τα συγκεκριμένα άτομα δεν μπορούσαν να χαρακτηριστούν «αιχμάλωτοι πολέμου» γιατί Ελλάδα και Αλβανία δεν είχαν εμπλακεί σε πόλεμο μεταξύ 1945-1949 και γιατί η Αλβανία δεν είχε αναγνωρίσει στον ΔΣΕ την ιδιότητα του εμπολέμου. Σύμφωνα με την Αθήνα έπρεπε τα Τίρανα να επιτρέψουν τον επαναπατρισμό των αιχμαλώτων και αμάχων που στα διεθνή αιτήματα της Ελλάδας δεν χαρακτηρίζονταν «αιχμάλωτοι» αλλά «μέλη των ενόπλων δυνάμεων συλληφθέντα υπό των Ελλήνων συμμοριτών». Η Αλβανία ακόμα κι όταν η Ελλάδα παρουσίασε κατάσταση 116 Ελλήνων αξιωματικών που κρατούνταν βίαια και κατά παράβαση του διεθνούς Δικαίου στο έδαφός της αδιαφόρησε.

Στις αρχές Απριλίου 1954 η ελληνική κυβέρνηση θεωρούσε ότι η επιστροφή των ομήρων ήταν απαραίτητη για την εξομάλυνση των σχέσεων με την Αλβανία κάτι που κοινοποίησε και στον Σοβιετικό πρέσβη στην Αθήνα. Οι προσπάθειες απέτυχαν και στις αρχές Φεβρουαρίου 1956 η Ελλάδα απευθύνθηκε στον Γάλλο πρέσβη στα Τίρανα που παρέδωσε στον Αλβανό Υπουργό Δικαιοσύνης Vasil Nathanail μια λίστα με 222 Έλληνες στρατιωτικούς τους οποίους η Αθήνα ζητούσε να αφήσει ελεύθερους η Αλβανία. Την ίδια μέρα, ο Γ.Γ. του Ο.Η.Ε. Σουηδός Νταγκ Χάμαρσκγιολντ (που σκοτώθηκε το 1961 σε ένα περίεργο αεροπορικό δυστύχημα στην Αφρική και τα αίτια του οποίου διερευνώνται ακόμα…) διαβίβασε την ίδια λίστα στο Υπουργείο Εξωτερικών της Αλβανίας.

Τα Τίρανα βλέποντας ότι ο κλοιός σφίγγει γύρω τους και καθώς η αναλυτική έκθεση του Υπουργού Εξωτερικών Behar Shtylla προς το ΠΓ της ΚΕ του ΚΕΑ συμπέραινε ότι η περαιτέρω κράτηση των ομήρων ήταν αδύνατη και δεν απέφερε κανένα όφελος αποφάσισαν να αρχίσουν να απελευθερώνουν σταδιακά τους Έλληνες. Μετά από νέες αμφιταλαντεύσεις, στις 20/8/1956 οι πρώτοι Έλληνες αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στο Δυρράχιο όπου το αρματαγωγό «Αλιάκμων» τους παρέλαβε και τους μετέφερε στον Πειραιά στις 24/8/1956, μετά από επταετή περιπλάνηση σε διάφορα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας. Ως τον Σεπτέμβριο του 1960 είχαν επαναπατριστεί 340 αιχμάλωτοι και 486 κτηνοτρόφοι και αυτόμολοι μαζί με τα ζωντανά τους. Για τον συντονισμό του επαναπατρισμού δημιουργήθηκαν κοινές διμερείς επιτροπές. Επικεφαλής της ελληνικής ήταν ο Κρίτων Τσιτίδης. Ο επαναπατρισμός σχεδιάστηκε σταδιακά. Το 1961 στο Τσλιρίμι Φίερι είχαν απομείνει 82 Έλληνες πρόσφυγες, 20 από τους οποίους είχαν νυμφευθεί Αλβανίδες και 17 Ελληνίδες. Υπεύθυνοί τους από το Κ.Κ.Ε. ήταν ο Γιώργος Αργυρόπουλος, ενώ εκ μέρους των Αλβανών ήταν ο Σταύρι Κορτσάρι.

Πηγή:
Σταύρος Γ. Ντάγιος, «Έλληνες στρατιωτικοί και στρατιώτες αιχμάλωτοι του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας στην Αλβανία: Παρακολούθηση, καταστολή, επαναπατρισμός (1949-1964)» στο συλλογικό «ΜΕΤΑΞΥ ΑΦΟΣΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΧΥΠΟΨΙΑΣ», Εκδόσεις αλεξάνδρεια.
Στο βιβλίο αυτό, σε επιμέλεια Στράτου Ν. Δορδανά-Βάιου Καλογρηά και Νίκου Μαραντζίδη υπάρχουν και κείμενα των: Απόστολου Πατελάκη, Βάιου Καλογρηά, Γεώργιου Χρηστίδη, Ιάκωβου Μιχαηλίδη, Κατερίνας Τσέκου, Κωνσταντίνοτ Κατσάνου, Κωνσταντίνου Τσίβου, Μαγκνταλένα Σέμτσυσυν, Μαρίας Μποντίλα, Νίκου Μαραντζίδη, Σταύρου Γ. Ντάγιου, και Στράτου Δορδανά.
Σχετική βιβλιογραφία: ΣΤΑΥΡΟΣ Γ. ΝΤΑΓΙΟΣ, «ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΙΑ-50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΔΥΣΠΙΣΤΙΑΣ», Εκδόσεις Literatus, 2015.
Ευχαριστούμε θερμά τον κύριο Σταύρο Ντάγιο για την άδεια που μας έδωσε να αντλήσουμε στοιχεία από το κείμενό του και τις φωτογραφίες που μας έστειλε.
from: anatakti
via IFTTT

Εικόνα

Βολιβία: Στη φυλακή οι τρεις φερόμενοι ως ηγέτες του αποτυχημένου πραξικοπήματος

https://ift.tt/9o8DGWw

 
Οι τρεις φερόμενοι ως ηγέτες του αποτυχημένου στρατιωτικού πραξικοπήματος στη Βολιβία προφυλακίστηκαν για έξι μήνες με απόφαση της δικαιοσύνης, ανακοίνωσε χθες Παρασκευή η εισαγγελία.Ο πρώην επικεφαλής του βολιβιανού γενικού επιτελείου εθνικής άμυνας στρατηγός Χουάν Χοσέ Σούνιγα, ο αντιναύαρχος Χουάν Άρνες και ο Αλεχάντρο Ιράολα, πρώην επικεφαλής μηχανοκίνητης ταξιαρχίας, θα παραμείνουν υπό κράτηση σε φυλακή υψίστης ασφαλείας στην περιφέρεια της Ελ Άλτο, πόλης κοντά στην πρωτεύουσα Λα Πας, ενόσω διενεργούνται έρευνες σε βάρος τους.

«Η προσωρινή κράτηση που διατάχθηκε από τον δικαστή δημιουργεί χωρίς καμιά αμφιβολία προηγούμενο και αποτελεί καλή ένδειξη ως προς το η έρευνα να μπορέσει να συνεχίσει να προχωρά», έκρινε ο εισαγγελέας Σέσαρ Σίλες.

Οι τρεις ανώτατοι αξιωματικοί, οι οποίοι κατηγορούνται πως είχαν την πρόθεση να ανατρέψουν τον εκλεγμένο πρόεδρο Λουίς Άρσε, αντιμετωπίζουν κατηγορίες για τρομοκρατία και συμμετοχή σε ένοπλη εξέγερση εναντίον του κράτους, σύμφωνα με τον ίδιο εισαγγελικό λειτουργό.

Οι κατηγορίες επισύρουν ποινές ως και 20 ετών κάθειρξης, σημείωσε ο εισαγγελέας στην κρατική τηλεόραση.

Συνολικά 21 πρόσωπα, στρατιωτικοί εν ενεργεία και εν αποστρατεία και πολίτες, έχουν συλληφθεί στο πλαίσιο της έρευνας για την απόπειρα πραξικοπήματος, κατά τη διάρκεια της οποίας στρατιώτες, με την υποστήριξη αρμάτων μάχης, πολιόρκησαν το προεδρικό μέγαρο για ώρες, προτού εντέλει υποχωρήσουν.

Ο στρατηγός Σούνιγα υποστήριξε πως ενήργησε κατά διαταγή του προέδρου, ο οποίος κατ’ αυτόν του ζήτησε να σκηνοθετηθεί η απόπειρα πραξικοπήματος προκειμένου «να αυξηθεί η δημοτικότητά του».

Ο κ. Άρσε από την πλευρά του το διέψευσε κατηγορηματικά: «Πώς μπορεί κανείς να διατάξει ή να σχεδιάσει πραξικόπημα σε βάρος του εαυτού του; (…) Ενήργησε ιδία βουλήσει».

Με αυτό το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα, η Βολιβία εισήλθε σε νέα περίοδο πολιτικών αναταράξεων, με φόντο σοβαρή οικονομική κρίση.

Οι προεδρικές εκλογές στη χώρα της Λατινικής Αμερικής, που θα διεξαχθούν το 2025, δημιουργούν ορέξεις, την ώρα που επικρατεί δυσαρέσκεια στις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων και πολλοί πολίτες αγανακτούν για την άνοδο των τιμών και τις ελλείψεις σε μια χώρα οι ορυκτοί πόροι της οποίας, ειδικά το αέριο και το λίθιο, προξενούν ενδιαφέρον στο εξωτερικό.

Κάτι περισσότερο από έναν χρόνο προτού ολοκληρωθεί η θητεία του, που άρχισε το 2020, ο κ. Άρσε έχει πολλά ανοιχτά μέτωπα.

Ειδικά στο πολιτικό πεδίο, καθώς μερίδα του κόμματός του, του Κινήματος προς τον Σοσιαλισμό (MAS), παραμένει πιστή στον πρώην πρόεδρο Έβο Μοράλες (2006-2019), ο οποίος θέλει να είναι ο υποψήφιος της παράταξης που δημιούργησε.

Ο Έβο Μοράλες, ο πρώτος αυτόχθων που έγινε αρχηγός του κράτους και κυβέρνησε για τρεις θητείες, εννοεί να επιστρέψει στην εξουσία παρότι απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου του το απαγορεύει, διότι άσκησε περισσότερες θητείες απ’ ό,τι προβλέπει ο θεμελιώδης νόμος. Απόφαση που ο ενδιαφερόμενος αντικρούει, χαρακτηρίζοντας τη «πολιτική».

Ο κ. Μοράλες ζήτησε χθες να αρχίσει να διενεργείται έρευνα, αμφισβητώντας την επίσημη εκδοχή των γεγονότων: «Ξεκινά πραξικόπημα, υπουργοί κόβουν βόλτες χαρωποί στην πλατεία Μουρίγιο, ακουμπούν τα άρματα μάχης· πραξικόπημα χωρίς ούτε έναν τραυματία, χωρίς ούτε έναν πυροβολισμό, χωρίς ούτε έναν θάνατο», πέταξε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου. Κάλεσε ακόμη τους υποστηρικτές του να κινητοποιηθούν για να υπερασπιστούν τη δημοκρατία, χωρίς να αναφερθεί ποτέ ονομαστικά στον κ. Άρσε.
from: anatakti
via IFTTT

Εικόνα

Κένυα: Τουλάχιστον 13 νεκροί από τα πρωτοφανή βίαια επεισόδια στο κοινοβούλιο

https://ift.tt/Fp5NiVm

Τουλάχιστον 13 άνθρωποι σκοτώθηκαν χθες στην Κένυα στις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που κατέληξαν σε χάος, δήλωσε σήμερα στο AFP ο πρόεδρος του βασικού επαγγελματικού ιατρικού συλλόγου της Κένυας, σημειώνοντας ότι ο απολογισμός αυτός εξακολουθεί να είναι προσωρινός.«Μέχρι στιγμής έχουμε τουλάχιστον 13 νεκρούς, αλλά δεν πρόκειται για τον οριστικό απολογισμό. Δεν το έχουμε ξαναδεί ποτέ στο παρελθόν, έχουμε δει βίαια επεισόδια το 2007 μετά τις εκλογές, αλλά ποτέ τέτοιο επίπεδο βίας κατά άοπλων ανθρώπων», επισήμανε ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Κένυας Σάιμον Κιγκόντου.

Η σημερινή ημέρα βρήκε την Κένυα σε κατάσταση σοκ, μετά τα βίαια επεισόδια που σημειώθηκαν χθες κατά τα οποία διαδηλωτές εφόρμησαν κυρίως στο κοινοβούλιο, πράγμα που δεν έχει γίνει ποτέ ξανά στην ιστορία της ανεξάρτητης αυτής χώρας από το 1963.

«Νεκροί, χάος», ήταν ο τίτλος του πρωτοσέλιδου της εφημερίδας «The Standard», ενώ η «Daily Nation» χαρακτήριζε την κατάσταση «Pandaemonium» (σ.σ. πρωτεύουσα της Κόλασης στον «Χαμένο Παράδεισο» του Τζον Μίλτον), κρίνοντας ότι «τα θεμέλια της χώρας κλονίστηκαν βαθιά», με θανάτους και σκηνές χάους να εκτυλίσσονται στο κέντρο της πρωτεύουσας Ναϊρόμπι.

Οι διαμαρτυρίες, στις οποίες πρωτοστατούν νέοι, άρχισαν την περασμένη εβδομάδα ειρηνικά, με πορείες πλήθους χιλιάδων ανθρώπων στο Ναϊρόμπι και σε άλλες πόλεις της χώρας σε διαμαρτυρία για τους νέους φόρους που προβλέπονται από το σχέδιο προϋπολογισμού 2024-2025, το οποίο συζητάται αυτές τις ημέρες στο κοινοβούλιο.

Χθες, καθώς οι πολέμιοί του διαδήλωναν για τρίτη φορά σε διάστημα οκτώ ημερών, η ένταση οξύνθηκε ξαφνικά το απόγευμα στο Ναϊρόμπι.

Σύμφωνα με μη κυβερνητικές οργανώσεις, μεταξύ των οποίων η Διεθνής Αμνηστία Κένυας, η αστυνομία άνοιξε πυρ με πραγματικές σφαίρες για να συγκρατήσει το πλήθος, το οποίο πέρασε δια της βίας τα οδοφράγματα ασφαλείας για να εισχωρήσει στο συγκρότημα του κοινοβουλίου. Κτίρια λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν εν μέρει.

Λεηλασίες έγιναν στο Ναϊρόμπι και σε πολλές πόλεις. Κτίρια πυρπολήθηκαν στο Ελντορέτ, στην κοιλάδα του Ριφτ, που είναι ωστόσο το προπύργιο του προέδρου Ουίλιαμ Ρούτο.

Μερικές ώρες αργότερα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι αναπτύσσει τον στρατό για να υποστηρίξει την αστυνομία απέναντι σε αυτήν την «έκτακτη ανάγκη ασφαλείας» και σε αυτές τις «καταστροφές και εισβολές σε κρίσιμης σημασίας υποδομές».

Τη νύχτα, ο πρόεδρος Ρούτο δήλωσε αποφασισμένος να καταστείλει σθεναρά τη «βία και την αναρχία», δεσμευόμενος κυρίως ότι θα πληρώσουν αυτοί «οι εγκληματίες που προσποιούνται τους ειρηνικούς διαδηλωτές» που θέτουν «υπό το κράτος του τρόμου τον λαό, τους εκλεγμένους εκπροσώπους του και τους θεσμούς».

Η κυβέρνηση αιφνιδιάστηκε από την ένταση της αντίθεσης στα σχέδιά της για φορολογικές αυξήσεις, με πρωτοστάτες κυρίως νέους της «Γενιάς Ζ» (αυτοί που έχουν γεννηθεί μετά το 1997).

Σήμερα το πρωί ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις είχαν αναπτυχθεί γύρω από το κοινοβούλιο, όπου στον αέρα υπήρχε ακόμη μυρωδιά από δακρυγόνα, σύμφωνα με το AFP.

Αστυνομικός από αυτούς που έχουν αναπτυχθεί μπροστά στα σπασμένα οδοφράγματα του συγκροτήματος, δήλωσε στο AFP ότι σοκαρίστηκε από αυτό που είδε χθες στην τηλεόραση. «Ήταν τρέλλα, ελπίζουμε ότι σήμερα θα επανέλθει η ηρεμία».

Ο βασικός συνασπισμός της αντιπολίτευσης, ο Azimio, του οποίου ηγείται ο αντιπολιτευόμενος Ράιλα Οντίνγκα, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «εξαπέλυσε ωμή βία» κατά των διαδηλωτών και κάλεσε την αστυνομία να «σταματήσει να ανοίγει πυρ εναντίον αθώων, ειρηνικών και άοπλων παιδιών».

Ομάδα μη κυβερνητικών οργανώσεων, της οποίας ηγείται η Διεθνής Αμνηστία Κένυας, υπογράμμισε χθες ότι κατέγραψε 21 απαγωγές ανθρώπων από «αξιωματικούς με στολή ή πολιτικά» στη διάρκεια των 24 ωρών που προηγήθηκαν, κατηγορίες στις οποίες η αστυνομία, με την οποία ήρθε σε επαφή το AFP, δεν αντέδρασε.

Η βία και οι σκηνές χάους στο Ναϊρόμπι προκάλεσαν χθες ανησυχία στις ΗΠΑ και σε πάνω από δέκα ευρωπαϊκές χώρες, όπως και στον ΟΗΕ και την Αφρικανική Ένωση, που εξέφρασαν «μεγάλη ανησυχία» και απηύθυναν έκκληση για ηρεμία.

Το κύμα αυτό κινητοποιήσεων κατά των νέων φόρων, που ονομάστηκε «Occupy Parliament» (Καταλάβετε το κοινοβούλιο), ξεκίνησε από αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λίγο μετά την παρουσίαση στο κοινοβούλιο στις 13 Ιουνίου του σχεδίου προϋπολογισμού 2024-2025 που προέβλεπε κυρίως ΦΠΑ 16% στο ψωμί και ετήσιο φόρο 2,5% στα ιδιωτικά οχήματα.

Μετά το ξέσπασμα των διαμαρτυριών, η κυβέρνηση, η οποία κρίνει τους νέους φόρους απαραίτητους λόγω του μεγάλου χρέους της χώρας, ανακοίνωσε στις 18 Ιουνίου ότι αποσύρει την πλειονότητα των μέτρων που προβλέπονταν για τον σκοπό αυτόν. Ωστόσο οι διαδηλωτές ζητούν την απόσυρση όλου του σχεδίου.

Πριν από τη χθεσινή ημέρα, οι κινητοποιήσεις είχαν ήδη αμαυρωθεί από τον θάνατο δύο ανθρώπων στο Ναϊρόμπι, όπως και τον τραυματισμό δεκάδων και την σύλληψη εκατοντάδων άλλων.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ
from: anatakti
via IFTTT

Εικόνα

Πειραιάς, 1906: Το μακελειό μεταξύ Κρητικών και Μανιατών

https://ift.tt/YVN0ZQe


Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ελλάδα βρισκόταν σε μια περίοδο σημαντικών ανακατατάξεων και με μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον και τη σταδιακή προετοιμασία για τις μεγάλες στιγμές και τις επώδυνες ήττες που θα ακολουθήσουν, υπήρχαν έντονες ιδιαιτερότητες από περιοχή σε περιοχή, με την κεντρική εξουσία να μην έχει ακόμα τη δύναμη να σταθεί αντιμέτωπη απέναντι σε τοπικιστικά φαινόμενα και ήθη που κρατούσαν από πολύ πίσω στον χρόνο. Και ως το πιο χαρακτηριστικό συμβάν αυτής της κατάστασης ήταν ο λεγόμενος και «εμφύλιος του Πειραιά» μεταξύ Κρητικών και Μανιατών.  
Την εποχή εκείνη, στο λιμάνι του Πειραιά το πάνω χέρι το είχαν οι Μανιάτες. Οικογένειες που είχαν έρθει στον Πειραιά και είχαν αναλάβει αποκλειστικά το επάγγελμα του αχθοφόρου στο λιμάνι, αποκομίζοντας μεγάλα ποσά. Δουλειά τους ήταν να μεταφέρουν κάθε είδους εμπορεύματα και αποσκευές μέχρι το τελωνείο του Πειραιά και για την εργασία αυτή αμείβονταν πολύ καλά για τα δεδομένα της εποχής, έχοντας δημιουργήσει μια αρραγή συντεχνία, όπου λόγω και του χαρακτήρα των Μανιατών κανείς ξένος δεν μπορούσε να μπει ανάμεσά τους. Μάλιστα ήταν από τους πρώτους που είχαν φτάσει στον Πειραιά από το 1835, όταν η πόλη έγινε δήμος, φτιάχνοντας και τη δική τους συνοικία, τα Μανιάτικα.

Η κατάσταση είχε γίνει γενικά αποδεκτή απ’ όλους, καθώς κανείς δεν ήθελε να ανοίξει λογαριασμούς με τους Μανιάτες, που είχαν τη φήμη σκληρών ανθρώπων οι οποίοι δεν σήκωναν μύγα στο σπαθί τους. Όμως λογάριαζαν χωρίς τους Κρητικούς, μια εξίσου ανυπόταχτη ελληνική φυλή, η οποία έχει και αυτή τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το εκρηκτικό κοκτέιλ ήρθε σε στενή επαφή στις 12 Φεβρουαρίου του 1903, όταν το ιταλικό πλοίο «Φλόρια», που έκανε το δρομολόγιο Πειραιάς – Χανιά, έφτασε στον Πειραιά. Από εκεί αποβιβάστηκε μια μεγάλη ομάδα Κρητικών, περίπου 15, οι οποίοι κρατούσαν στα χέρια τους διάφορα πράγματα, μεταξύ των οποίων και κάποια καλάθια με πορτοκάλια.

Οι Μανιάτες έσπευσαν να αναλάβουν τη μεταφορά των καλαθιών και των αποσκευών, όμως οι Κρητικοί ήταν ανένδοτοι και επέμεναν να τα μεταφέρουν οι ίδιοι, χωρίς να χρειαστεί να πληρώσουν τα λεγόμενα και «χαμαλιάτικα». Οι Μανιάτες επέμεναν, το ίδιο και οι Κρητικοί, και έτσι δεν άργησαν να φτάσουν στα βαριά λόγια και στις χειροδικίες. Παρά τις προσπάθειες των πιο ψύχραιμων, η κατάσταση ξέφυγε σύντομα από κάθε έλεγχο και υπήρξε πλήρης ανάφλεξη, με τη σύρραξη να γενικεύεται και ενισχύσεις να φτάνουν από παντού.
Ένας Μανιάτης αχθοφόρος, ο Ευστάθιος Σαραντέας, επιτέθηκε σε δύο από τους Κρητικούς που κρατούσαν τα καλάθια με τα πορτοκάλια και είχαν αρνηθεί να τα παραδώσουν μαχαιρώνοντας τον έναν από αυτούς, τον Γιάννη Πολυμενάκη. Ο δράστης, γνωρίζοντας καλά τα κατατόπια, καταφέρνει να ξεφύγει, κάτι που εξοργίζει ακόμα περισσότερο τους Κρητικούς που ορκίζονται να πάρουν εκδίκηση. Η πληροφορία ότι ο Κρητικός είναι νεκρός από το μαχαίρωμα ανεβάζει στα ύψη το θερμόμετρο.
Πειραιάς, 1900. Getty images / Ideal images
Η σύρραξη από εκεί και μετά πήρε μεγάλες διαστάσεις. Τα νέα διαδόθηκαν γρήγορα και σύντομα μεγάλες ομάδες Κρητικών από τον Προφήτη Ηλία κατέβηκαν οπλισμένες στο λιμάνι, με στόχο να πάνε στα καφενεία των Μανιατών και να πάρουν εκδίκηση. Οι μαρτυρίες που καταγράφονται από τις εφημερίδες της εποχής θυμίζουν κινηματογραφική ταινία, καθώς επικρατεί μια κατάσταση πλήρους αναρχίας και ενός στην κυριολεξία εμφυλίου πολέμου. Τα επεισόδια πήραν μεγάλη έκταση με «μάχες» μεταξύ των δύο πλευρών να δίδονται στα στενά του Αγίου Σπυρίδωνα και στην Τρούμπα.

Εκατοντάδες άνδρες και από τις δύο πλευρές, οπλισμένοι με μαχαίρια και πιστόλια, οργώνουν τον Πειραιά και χτυπούν στο ψαχνό όποιον θεωρούν αντίπαλο. Οι Μανιάτες οργανώνονταν στο λιμάνι και σε άλλα σημεία όπου είχαν συγκεντρώσει τις δυνάμεις τους, ενώ μεγάλη μάχη με πυροβολισμούς δόθηκε στο καφενείο «Η Συνάντησις» όπου σύχναζαν οι Μανιάτες. Οι οπλισμένοι Κρητικοί τους ζήτησαν να βγουν έξω και να παραδοθούν, όμως οι Μανιάτες άρχισαν να πυροβολούν και ακολούθησε πανδαιμόνιο. Από την πραγματική μάχη υπήρξε και ένα θύμα, ο χωροφύλακας Μανώλης Σπυριδάκης από την Κρήτη, ο οποίος τραυματίστηκε θανάσιμα από μια σφαίρα στην κοιλιά.

Οι συμπλοκές σύντομα ξεπέρασαν τα όρια του Πειραιά και επεκτάθηκαν σε όλη την Αττική, ακόμα και στο Λαύριο. Εκτός από τις μεταξύ τους αψιμαχίες υπήρξαν και λεηλασίες καταστημάτων και οικιών. Ο πανικός είχε κυριεύσει τον πληθυσμό που προσπαθούσε να διασωθεί από τα διασταυρούμενα πυρά, ενώ ο τρόμος είχε κυριαρχήσει παντού. Τα ρεπορτάζ των εφημερίδων έμοιαζαν με πολεμικά ανακοινωθέντα, με κάθε ομάδα να διεκδικεί τα οχυρά του αντιπάλου. Χαρακτηριστικά, το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Καιροί» έγραφε: «Ο Πειραιεύς εν τρομοκρατία. Σύρραξις Κρητών και Μανιατών. Φόνοι, τραυματισμοί, διαρπαγαί. Οι Κρήτες κατέλαβον την Καστέλλαν. Ο εν Αθήναις στρατός εις Πειραιά. Η στάσις θα καταπνιγή διά της βίας».

Η κατάσταση είχε αρχίσει να ξεφεύγει από κάθε έλεγχο, όταν ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Γεώργιος Θεοτόκης, κάλεσε έκτακτο Υπουργικό Συμβούλιο και ζήτησε από τον πρόεδρο του Συλλόγου Κρητών Πειραιά να κάνει ό,τι χρειαζόταν για να σταματήσει η αιματοχυσία. Εκτός αυτού αποφασίστηκε η δραστική αύξηση των δυνάμεων ασφαλείας (έφτασε ακόμα και το Ιππικό και πάνω από 1.000 άνδρες της Χωροφυλακής και του Στρατού), κάτι που οδήγησε στο τέλος αυτή την ιδιότυπη μάχη που είχε προκαλέσει χάος στον Πειραιά για περισσότερες από τρεις ημέρες.

Ο τραγικός απολογισμός αυτής της ομαδικής παράκρουσης ήταν τρεις (άλλοι τους ανεβάζουν σε πέντε) νεκροί, δεκάδες τραυματίες, κάποιοι εκ των οποίων πολύ σοβαρά, και μεγάλες ζημιές (κάποιοι της υπολόγισαν στο 1 εκατ. δραχμές, ποσό ασύλληπτο για τα δεδομένα της εποχής). Το αποτέλεσμα αυτής της παράξενης ιστορίας που συντάραξε τον Πειραιά το 1906 ήταν να χάσουν οι Μανιάτες το αποκλειστικό δικαίωμα ως αχθοφόροι του λιμανιού και να αλλάξει διά νόμου το καθεστώς που επικρατούσε στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, κερδίζοντας μια πρώτη μάχη απέναντι στα εν Ελλάδι «κλειστά επαγγέλματα» που θα ταλαιπωρούσαν την ελληνική κοινωνία για πολλές δεκαετίες ακόμα.

from: anatakti
via IFTTT

Εικόνα

Τι έγινε τελικά στον Μελιγαλά και την «Πηγάδα» τον Σεπτέμβριο του 1944;

https://bit.ly/4djWf26

Μία από τις μελανότερες και φρικιαστικότερες στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας είναι όσα διαδραματίστηκαν στη μεσσηνιακή κωμόπολη του Μελιγαλά τον Σεπτέμβριο του 1944. Μελετήσαμε πολλές και διαφορετικές πηγές για να γράψουμε το σημερινό άρθρο. Η κάθε πλευρά δίνει τις δικές της ερμηνείες και εξηγήσεις και διαφορετικούς αριθμούς θυμάτων. Θα προσπαθήσουμε να παραθέσουμε όσο το δυνατόν περισσότερες απόψεις και από τις δύο πλευρές και πιστεύουμε ότι και αρκετοί αναγνώστες θα αναφέρουν και στοιχεία που γνωρίζουν οι ίδιοι.

Να ξεκαθαρίσουμε ότι το σημερινό άρθρο είναι καθαρά ιστορικό, αναφέρεται σε ολέθριες, φονικές συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων πριν από 80 χρόνια, τις οποίες πλήρωσε πολύ ακριβά η χώρα μας. Για μας έχει μεγάλο ενδιαφέρον η παράθεση γεγονότων από το παρελθόν, όσο κι αν μας στεναχωρούν. Από τα λάθη του παρελθόντος πρέπει να διδασκόμαστε και βέβαια να μην τα επαναλαμβάνουμε.


Ο Άρης Βελουχιώτης στον Μοριά

Με τον Νόμο 260/1943 που εκδόθηκε στις 18 Ιουνίου 1943 ιδρύθηκαν από την κατοχική κυβέρνηση Ράλλη τα «Τάγματα Ασφαλείας» ή «Ράλληδες», με αντικομμουνιστική στόχευση. Περισσότερα στοιχεία για τα Τάγματα Ασφαλείας θα αναφέρουμε σε μελλοντικό μας άρθρο. Η δράση τους εντάθηκε μετά τον Σεπτέμβριο του 1943 και τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας.

Μία από τις περιοχές στις οποίες τα Τάγματα Ασφαλείας είχαν μεγάλη αριθμητική δύναμη ήταν η Πελοπόννησος. Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. βλέποντας τον κίνδυνο για το «λαϊκό κίνημα» αποφάσισε να λάβει δραστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Ο Σιάντος, ως μόνο κατάλληλο για την επικράτηση του ΕΛΑΣ στον Μοριά έκρινε τον Άρη Βελουχιώτη, ο οποίος στις 4 Μαΐου 1944, συνοδευόμενος από πολυμελή σωματοφυλακή 60 ανδρών πέρασε από τη Στερεά Ελλάδα στην Πελοπόννησο. Τρεις μέρες αργότερα έφτασε στο «Στρατηγείο» της III «Μεραρχίας» στο όρος Χελμός (Αροάνια).

Άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας
Στη σύσκεψη που ακολούθησε έλαβαν μέρος ο Καπετάνιος της «Μεραρχίας» «Παπούας» (Νίκος Διένης), γνωστός κι από το άρθρο μας για τον Καίσαρ Σέεμαν (28/12/2019), ο Στρατιωτικός Διοικητής «Αλέξανδρος» (Δημήτριος Κασσάνδρας) και άλλοι αξιωματούχοι του ΕΛΑΣ. Ο Βελουχιώτης παρουσιάστηκε στη σύσκεψη ως υπέρτατος αρχηγός των πάντων, εξέφρασε την ανησυχία της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε. για την πορεία του κινήματος στον Μοριά και τόνισε την ανάγκη να ληφθούν επιθετικές πρωτοβουλίες εναντίον των Ταγμάτων Ασφαλείας. Παράλληλα, καθαίρεσε όλη την ηγεσία της «Μεραρχίας»
Η εκκένωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς ξεκίνησε από τα νησιά την 1η Σεπτεμβρίου 1944. Στην Πελοπόννησο, οι αποχωρούντες Ναζί συγκεντρώθηκαν σε προγεφύρωμα γύρω από την Κόρινθο, το οποίο διατηρήθηκε ως τις 3 Οκτωβρίου, ενώ μικρή δύναμη παρέμεινε στην Πάτρα ως τις 4 Οκτωβρίου 1944.

Στις 20 Μαΐου 1944 υπογράφτηκε το «Εθνικό Συμβόλαιο» του Λιβάνου. Παρά τα όσα είχαν συμφωνηθεί, το ΕΑΜ δεν έστειλε στο Κάιρο αντιπροσώπους του για να αναλάβουν τα Υπουργεία που τους είχαν παραχωρηθεί. Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου θορυβήθηκε και θεώρησε ότι το ΕΑΜ υπαναχώρησε. Με τη σύμφωνη γνώμη των Υπουργών του ζήτησε από τον Τσόρτσιλ να σταλούν συμμαχικές δυνάμεις στην Ελλάδα, για να αποφευχθεί η αιματοχυσία μεταξύ του ΕΛΑΣ και των άλλων αντάρτικων οργανώσεων, αλλά και των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Άρης Βελουχιώτης
Ο Βρετανός πρωθυπουργός δεν έδωσε σαφή απάντηση, αλλά σε συνεννόηση με τον Πρόεδρο των Η.Π.Α. Ρούσβελτ διέταξε τον αρχηγό των Συμμαχικών Δυνάμεων Μέσης Ανατολής Στρατηγό Ουίλσον να ετοιμάσει δύναμη 10.000 ανδρών η οποία θα αποβιβαζόταν στην Ελλάδα μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Το σχέδιο «Μάνα» που καταρτίστηκε από τον Ουίλσον δεν εφαρμόστηκε τελικά, καθώς μόνο μια μικρή συμμαχική δύναμη αποβιβάστηκε στην Πάτρα στα τέλη Σεπτεμβρίου 1944. Εντελώς ξαφνικά, στις 2 Σεπτεμβρίου 1944, το ΕΑΜ απέσυρε τις αντιρρήσεις του και έστειλε τους αντιπροσώπους του στο Κάιρο, οι οποίοι και ανέλαβαν τα υπουργεία που τους είχαν παραχωρηθεί.

Στις 4/9/1944 το Υπουργικό Συμβούλιο εξέδωσε διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό, το οποίο περιείχε αναφορά στα Τάγματα Ασφαλείας. Ας δούμε ένα σχετικό απόσπασμα: «…αλλά υπάρχουν και σκιαί. Υπάρχουν τα Τάγματα Ασφαλείας. Έλληνες ετέθησαν εις την υπηρεσίαν των κατακτητών. Η ύπαρξις ενόπλων σωμάτων υπό οποιαδήποτε όνομα στην υπηρεσία του εχθρού αποτελεί έγκλημα κατά της πατρίδος. Παραγγέλομεν εις τους άνδρας των Τ.Α. όπως εγκαταλείψουν τις θέσεις των. Έπειτα από τον σχηματισμό της σημερινής Κυβερνήσεως, δεν υπάρχει πλέον, δια το μέλλον, ούτε καν απόφαση παραμονής των. Όσοι και μετά την σημερινήν εντολήν μας εξακολουθήσουν παραμένοντας εις την υπηρεσίαν του εχθρού οφείλουν να γνωρίζουν ότι θα υποστούν αμείλικτον τιμωρίαν».

Ένας Έλληνας με δύο Γερμανούς στρατιώτες σε αποστολή
Είναι φανερό ότι αν και στο διάγγελμα υπάρχει σαφής καταδίκη των Ταγμάτων Ασφαλείας, δεν υπήρχε σ’ αυτό καμία αναφορά στο τι πρέπει να κάνουν οι άνδρες τους μετά την αποχώρηση των Γερμανών, πού πρέπει να παραδώσουν τον οπλισμό τους, που τους είχε δοθεί από τη Βέρμαχτ και ποιος και με ποιον τρόπο θα εγγυηθεί την ασφάλειά τους. Η Ήπειρος, όπου δρούσε ο ΕΔΕΣ του Ζέρβα και η Πελοπόννησος, όπου τα Τάγματα Ασφαλείας έχοντας και τη στήριξη του τοπικού πληθυσμού κατείχαν σχεδόν όλες τις πόλεις, τις κωμοπόλεις και τους συγκοινωνιακούς κόμβους, ήταν οι μόνες περιοχές που δεν βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του ΕΛΑΣ.

Οι σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ ΕΛΑΣ και Ταγμάτων Ασφαλείας σε Πύργο και Καλαμάτα

Μετά το διάγγελμα της Κυβέρνησης Εθνικής Ενώσεως και της αποχώρησης των Γερμανών, τα Τ.Α. βρέθηκαν μετέωρα. Έτσι, η ηγεσία τους αποφάσισε να παραμείνουν στις θέσεις τους και να περιμένουν την άφιξη της Κυβέρνησης από το εξωτερικό. Όμως, η ηγεσία του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου απαίτησε την άμεση διάλυση των Ταγμάτων Ασφαλείας και την παράδοσή τους στον ΕΛΑΣ, κάτι που δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό. Μετά από αυτό, ο Άρης Βελουχιώτης, ως Γενικός Αρχηγός του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου, κινητοποίησε όλες τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ και των υπόλοιπων οργανώσεων του Κ.Κ.Ε. και άρχισε να επιτίθεται στα Τάγματα Ασφαλείας, στις πόλεις όπου αυτά ήταν εγκατεστημένα.

Οι πρώτες πόλεις που δέχθηκαν την επίθεση των Ελασιτών ήταν ο Πύργος και η Καλαμάτα. Στον Πύργο, τα Τάγματα Ασφαλείας είχαν εγκατασταθεί στις 20 Μαΐου 1944 με Διοικητή τον Ταγματάρχη Γεώργιο Κοκκώνη, ο οποίος είχε αξιόλογη δράση στο αλβανικό μέτωπο και ήταν ιδιαίτερα τολμηρός και ριψοκίνδυνος. Ήταν άκαμπτος και σκληρός απέναντι στο ΕΑΜ. Ο αμείλικτος Κοκκώνης κυνήγησε ανελέητα τους κομμουνιστές της Ηλείας. Συνέλαβε εκατοντάδες και διέταξε τη σύλληψη των πλέον επικίνδυνων από αυτούς. Η ζωή των κατοίκων της Ηλείας από τις συγκρούσεις Ελασιτών και Ταγματασφαλιτών είχε γίνει μαρτυρική.

Μαχητές του ΕΛΑΣ
Η δύναμη του Τάγματος ανερχόταν σε 600 περίπου άνδρες και ήταν εγκατεστημένη σε φυλάκια έτσι ώστε να καλύπτεται αμυντικά όλη η πόλη του Πύργου, μέσα στην οποία υπήρχε και δύναμη 100 Χωροφυλάκων.

Η είδηση της αποχώρησης των Γερμανών στις 4 Σεπτεμβρίου έγινε δεκτή με μεγάλο ενθουσιασμό και στον Πύργο. Την επόμενη μέρα οργανώθηκε πανηγυρική εκδήλωση στην Πλατεία του Δημαρχείου, όπου αναγνώστηκε διαταγή του Κοκκώνη με την οποία απαγόρευε κάθε συγκέντρωση ως την εγκατάσταση της Ελληνικής Κυβέρνησης στη χώρα. Οι Γερμανοί, πριν εγκαταλείψουν τον Πύργο ζήτησαν από τον Κοκκώνη να τους ακολουθήσει και να μετακινηθεί το Τάγμα στην Πάτρα. Το ίδιο πρότεινε και ο Συνταγματάρχης Νικόλαος Κουρκουλάκος, επικεφαλής των Τ.Α. στη Βόρεια Πελοπόννησο, που πήγε μάλιστα στον Πύργο για να μεταπείσει τον Κοκκώνη, μάταια όμως.

Ο τελευταίος πίστευε ότι έπρεπε να παραμείνει στον Πύργο και ότι μπορούσε να συνεννοηθεί με την ηγεσία του ΕΑΜ. Απελευθέρωσε μάλιστα περίπου 800 έγκλειστους σε στρατόπεδα κομμουνιστές. Οι πρώτες διαπραγματεύσεις Τ.Α. και ΕΑΜ-ΕΛΑΣ απέβησαν άκαρπες, καθώς ο Κοκκώνης ζήτησε μέσω επιτροπής, να διατηρήσει την πόλη του Πύργου και την γύρω από αυτή περιοχή σε ακτίνα 5-6 χιλιομέτρων μέχρι την άφιξη της Κυβέρνησης. Η ηγεσία του ΕΑΜ δεν δέχτηκε την αξίωση αυτή και ζήτησε απευθείας συνάντηση με τον Κοκκώνη. Αυτή έγινε στις 6/9. Οι Ελασίτες απαίτησαν την άμεση διάλυση του Τάγματος και την παράδοση σ’ αυτούς του οπλισμού του.

Ο Άρης Βελουχιώτης με συνεργάτες του
Ο Κοκκώνης αρνήθηκε και αποφάσισε άμυνα μέχρι τέλους. Μετά την άρνηση αυτή, η ηγεσία του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου διέταξε άμεση επίθεση, που ξεκίνησε το πρωί της 8ης Σεπτεμβρίου. Τα φυλάκια των Τ.Α. έπεφταν στα χέρια του ΕΑΜ το ένα μετά το άλλο και οι άντρες τους σκοτώνονταν στις μάχες ή εκτελούνταν αργότερα. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν κι ο Κοκκώνης. Το απόγευμα της 9ης Σεπτεμβρίου η νέα ηγεσία του Τάγματος αντιλήφθηκε ότι είναι μάταιο να συνεχίσει τον αγώνα και εγκατέλειψε τον Πύργο, διαφεύγοντας προς την Πάτρα.

Οι Ελασίτες και οι ακόλουθοί τους μπήκαν στον Πύργο και δολοφονούσαν όχι μόνο τα μέλη των Τ.Α., αλλά και πολίτες που πιθανόν να ήταν φιλικά διακείμενοι προς αυτά. Συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν επίσης επιφανείς κάτοικοι της πόλης (γιατροί, δικηγόροι κ.ά.), μόνο και μόνο επειδή ανήκαν στην αστική τάξη. Συνολικά εκτελέστηκαν 525 ιδιώτες και στρατιωτικοί. Άλλοι 180 παραπέμφθηκαν σε ανταρτοδικείο και καταδικάστηκαν σε θάνατο, όμως με παρέμβαση του «Αρχηγείου» του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου διασώθηκαν (Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, φ. 915/Β/6, ΑΣ/ΔΙΣ, «Η απελευθέρωσις της Ελλάδος» σελ. 53-58 κ.ά.).

Στην πόλη της Καλαμάτας υπήρχαν 500 άνδρες Τάγματος Ασφαλείας με Διοικητή τον Επίλαρχο Χριστόπουλο και 150 Χωροφύλακες, με Διοικητή τον Ταγματάρχη Χωροφυλακής Ιωάννη Φραγκουδάκη. Την ανώτατη διοίκηση είχε ο Νομάρχης Δημήτριος Περρωτής. Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, η κομμουνιστική ηγεσία ζήτησε από τον Περρωτή την παράδοση του οπλισμού του Τάγματος, τον περιορισμό των ανδρών του Τάγματος και των Χωροφυλάκων στο στρατόπεδο της πόλης και την παραπομπή όσων είχαν συνεργαστεί με τους Γερμανούς σε ανταρτοδικείο.

Ο Βασίλειος Μπράβος, ένας από αυτούς που αποφάσισαν τις εκτελέσεις των αιχμαλώτων στην Πηγάδα
Ο Περρωτής απέρριψε τους όρους αυτούς ως απαράδεκτους και αποφάσισε, σε συνεννόηση και με τους επικεφαλής των τμημάτων, αντίσταση σε περίπτωση επίθεσης των κομμουνιστών. Στην Καλαμάτα είχαν συγκεντρωθεί για να γλιτώσουν από το Εαμικό μένος ακόμα και λιποτάκτες του ΕΛΑΣ! Υπήρχαν επίσης άτομα που είχαν εκδηλώσει αντικομμουνιστικά αισθήματα, άνδρες από διαλυμένους σταθμούς Χωροφυλακής κ.ά.

Η κομμουνιστική ηγεσία από την άλλη πλευρά έδωσε μεγάλο βάρος στην ψυχολογική προετοιμασία των ανδρών της, για την επίτευξη του σκοπού της. Έτσι, στάλθηκε στην Καλαμάτα ο Νίκος Μπελογιάννης, έμπιστος του Σιάντου. Ευφυής, έμπειρος και δεινός ρήτορας, μπορούσε να εμπνεύσει τα στελέχη του Κ.Κ.Ε. και τους Ελασίτες.

Όλος ο μηχανισμός του Κ.Κ.Ε. και τα ηγετικά στελέχη της περιοχής, προετοίμαζαν με εμπρηστικούς λόγους τους Ελασίτες να δείξουν αυτοθυσία και αποφασιστικότητα στη διάρκεια της επικείμενης επίθεσης στην Καλαμάτα. Μεγάλος αριθμός έξαλλων χωρικών συγκεντρώθηκε έξω από την Καλαμάτα. Ήταν οπλισμένοι με ρόπαλα και τσεκούρια. Ο πληθυσμός της υπαίθρου της Μεσσηνίας λόγω της αποκήρυξης των Ταγμάτων Ασφαλείας από την Κυβέρνηση και τον χαρακτηρισμό τους ως «προδοτικά» και ως όργανα των Γερμανών είχε σφοδρό μένος εναντίον τους και ήταν φιλικά προσκείμενος προς το ΕΑΜ.

Το Μπεζεστένι του Μελιγαλά
Ως τις απογευματινές ώρες της 7ης Σεπτεμβρίου οι κομμουνιστές είχαν συγκεντρώσει γύρω από την Καλαμάτα τις δυνάμεις τους υπό την ηγεσία των «Ωρίωνα» (Γιάννης Μιχαλόπουλος), «Σφακιανού» (Γιώργης Αρετάκης) και Γιάννη Καραμούζη. Οι υπερασπιστές της πόλης αμύνονταν από τη Διοίκηση Χωροφυλακής, το κάστρο, το Αστυνομικό Τμήμα, το Στρατόπεδο και το Δικαστικό Μέγαρο. Η τακτική αυτή ήταν λανθασμένη και αποδείχτηκε ότι δεν δυσκόλεψε καθόλου τις κομμουνιστικές δυνάμεις. Πράγματι, το πρωί της 8ης Σεπτεμβρίου 1944 ξεκίνησε η επίθεση των Ελασιτών που κατέλαβαν τα κτίρια που βρίσκονταν οι υπερασπιστές της Καλαμάτας, το ένα μετά το άλλο. Και όσοι βρίσκονταν στα διάφορα φυλάκια σκοτώθηκαν ή κάηκαν.

Στο κτίριο της Διοίκησης κατέφυγαν οι ελάχιστοι διασωθέντες, ανάμεσά τους ο Νομάρχης, ο Εισαγγελέας, η ηγεσία των Ταγμάτων Ασφαλείας και άλλοι. Μετά από σύσκεψη αποφάσισαν να κινηθούν προς τον Μελιγαλά για να ενωθούν με το εκεί Τάγμα Ασφαλείας. Στις 12 τα μεσάνυχτα ξεκίνησε η έξοδος, αφού κατάφεραν να διασπάσουν τον κλοιό των Ελασιτών. Μαζί με όσους αναφέραμε, προς τον Μελιγαλά κατευθύνθηκαν και 1.000 περίπου πολίτες με τις οικογένειές τους. Στις 10 Σεπτεμβρίου η Καλαμάτα έπεσε στα χέρια του ΕΛΑΣ. Όσοι πολίτες θεωρούνταν αντικομμουνιστές συλλαμβάνονταν και παραδίνονταν στον δήμιο, ο οποίος τους έσφαζε.

Η μεγαλύτερη σφαγή έγινε στη συνοικία Ράχη, όπου σφαγιάστηκαν 200 άτομα. Μετά το αρχικό κύμα αυτοδικίας, η ηγεσία του ΕΛΑΣ αποφάσισε να τηρήσει τα προσχήματα και ξεκίνησε τη λειτουργία των ανταρτοδικείων. Συνολικά 450 Καλαματιανοί στρατιωτικοί ή ιδιώτες σφαγιάστηκαν ή εκτελέστηκαν στην Καλαμάτα, ανάμεσά τους ο Δήμαρχος της πόλης Ηλίας Καρατζάς.

Το νεκροταφείο των θυμάτων του Μελιγαλά
Η επίθεση των Ελασιτών στον Μελιγαλά

Η μεγαλύτερη σφαγή όμως έγινε στον Μελιγαλά. Πρόκειται για μια από τις πιο «μαύρες» σελίδες της νεότερης ιστορίας της χώρας μας. Ο αριθμός νεκρών στον Μελιγαλά και η διαβόητη «Πηγάδα» αποτελούν στίγμα για τους υπεύθυνους και όσους διέταξαν τις σφαγές. Μέχρι σήμερα δεν είναι ξεκάθαρο πόσοι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στον Μελιγαλά τον Σεπτέμβριο του 1944. Θα αναφέρουμε στοιχεία από διάφορες πηγές, ενώ θα παραθέσουμε και τις απόψεις στελεχών του ΕΑΜ και του Κ.Κ.Ε., που δίνουν μια τελείως διαφορετική εικόνα.

Για λόγους δεοντολογίας οφείλουμε να παρουσιάσουμε στοιχεία και από τις δύο πλευρές και οι αναγνώστες μας, πολλοί από τους οποίους δεν γνωρίζουν τα γεγονότα του Μελιγαλά, μπορούν να βγάλουν τα συμπεράσματά τους. Στον Μελιγαλά είχε εγκατασταθεί από τον Απρίλιο του 1944 ένα Τάγμα Ασφαλείας υπό τη διοίκηση του Ταγματάρχη Παναγιώτη Στούπα. Η δύναμη του Τάγματος ήταν 80 άνδρες και είχε ως αποστολή την προστασία του Μελιγαλά, των Γαργαλιάνων και των γύρω περιοχών. Επικεφαλής των δυνάμεων του ΕΛΑΣ στην περιοχή του Μελιγαλά ήταν οι Μπράβος και Καραμούζης.

Τον Απρίλιο του 1944 το Τ.Α. Μελιγαλά δέχτηκε την πρώτη επίθεση από τους Ελασίτες, την οποία κατάφερε να αποκρούσει. Η Διοίκησή του μετά την επιτυχία αυτή έλαβε σκληρά μέτρα, εναντίον των κομμουνιστών, αφόπλισε μαχητικές ομάδες και συνέλαβε και πράκτορες του Κ.Κ.Ε. Η δύναμη του Τάγματος έφτασε τους 1.000 και πλέον άντρες. Τη διοίκησή του ανέλαβε ο Ταγματάρχης Διονύσιος Παπαδόπουλος, ενώ ο Παναγιώτης Στούπας πήγε στους Γαργαλιάνους για να οργανώσει και εκεί Τάγμα Ασφαλείας.

Οι ηγέτες των Ελασιτών Μπράβος και Καραμούζης μετά την αποτυχία τους στον Μελιγαλά ξέσπασαν σε βάρος αθώων πολιτών. Εκατοντάδες χωρικών οδηγήθηκαν στα στρατόπεδα του Ταΰγετου όπου τμήματα της ΟΠΛΑ αναλάμβαναν την εξόντωσή τους. Οι κάτοικοι των χωριών γύρω από τον Μελιγαλά έσπευσαν να βρουν εκεί καταφύγιο. 3.000 κάτοικοι από τα χωριά Δώριο, Καλλιρρόη, Ζευγολατιό, Διαβολίτσι και 150 ένοπλοι από το Κοπανάκι κατέφυγαν στον Μελιγαλά που έφτασε να έχει 7.000 κατοίκους. Το Τάγμα Ασφαλείας του Μελιγαλά ενισχυμένο με τους άνδρες από το Κοπανάκι και τους διασωθέντες από την Καλαμάτα έλαβε θέσεις άμυνας εν όψει της επίθεσης των Ελασιτών. Βασικό μειονέκτημα των αμυνόμενων ήταν η έλλειψη βαρέων όπλων.

Στις 04.45 της 14ης Σεπτεμβρίου 1944 ο Μελιγαλάς βρέθηκε περικυκλωμένος από τις δυνάμεις του 8ου και του 9ου «Συντάγματος» υπό τη διοίκηση των Σωτήρη Ρουμπέα και Ηλία Κλάπα αντίστοιχα. Υπήρχαν επίσης δυνάμεις του εφεδρικού ΕΛΑΣ και πολλοί κομμουνιστές της Μεσσηνίας. Η επίθεση άρχισε στις 5.00 π.μ. . Οι Ελασίτες που είχαν στη διάθεσή τους όλμους και πολυβόλα άρχισαν τις επιθέσεις στα φυλάκια. Αρχικά οι επιθέσεις αποκρούονταν με επιτυχία. Επί τρεις ημέρες οι αμυνόμενοι επέδειξαν απίστευτο θάρρος και μαχητικότητα. Το φυλάκιο της Κάτω Ρούγας ήταν αυτό που είχε τη μεγαλύτερη σημασία λόγω της θέσης του.

Εκεί εστίασαν τις επιθέσεις τους οι Ελασίτες με επικεφαλής τον Κανελλόπουλο και το απόγευμα της 16ης Σεπτεμβρίου κατόρθωσαν να το καταλάβουν και να μπουν στον Μελιγαλά. Για να αποφευχθούν τα χειρότερα, αποφασίστηκε να συγκροτηθεί επιτροπή από τις Αρχές του Μελιγαλά, τον πολιτευτή Περικλή Μπούτο, τον Νομάρχη Περρωτή και Βρετανούς συνδέσμους, η οποία θα ερχόταν σε συνεννόηση με την ηγεσία του ΕΑΜ, για παράδοση της κωμόπολης με τον όρο να μην γίνουν σφαγές και λεηλασίες. Πριν καλά καλά βγει η επιτροπή από τον Μελιγαλά οι άνδρες των φυλακίων εξαπατημένοι από τους κομμουνιστές έπαψαν να αμύνονται.

Νίκος Μπελογιάννης
Έτσι, τμήματα του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τους Κανελλόπουλο, Ωρίωνα και Σφακιανό μπήκαν στον Μελιγαλά. Στην κωμόπολη επικράτησε αναρχία. Οι Ελασίτες άρχισαν συλλήψεις των ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας, πολλούς από τους οποίους σκότωσαν εν ψυχρώ, τις λεηλασίες και τις πυρπολήσεις οικιών (περισσότερες από εκατό).

Το πρωί της 17ης Σεπτεμβρίου κοινοποιήθηκε στους κατοίκους να συγκεντρωθούν όλες και όλοι σε ορισμένα σημεία της κωμόπολης. Από εκεί άρχισε ο διαχωρισμός τους και η μεταφορά στα γειτονικά χωριά Νεοχώριο, Μερόπη, Σολάκιο και Ανθούσα. Οι περισσότεροι όμως κρατήθηκαν στον περιτοιχισμένο χώρο «Μπεζεστένι» (η λέξη είναι τουρκικής αρχής, bezesten= αρχαιοπωλείο, από την οποία προήλθε η μεσαιωνική λέξη πεζεστένι που έγινε έπειτα μπεζεστένι και σημαίνει ‘μεγάλη σκεπαστή αγορά με πολλά εμπορικά καταστήματα’).

Απ’ όσους μεταφέρθηκαν στο Νεοχώριο, σφαγιάστηκαν 150. Στη Μερόπη μεταφέρθηκαν ο Νομάρχης Περρωτής, άλλοι Καλαματιανοί αξιωματούχοι, 27 αξιωματικοί των Ταγμάτων Ασφαλείας και πολλοί οπλίτες. Ο Βελουχιώτης διέταξε να ξεγυμνωθούν όλοι και να μαστιγωθούν ανελέητα. Έπειτα εκτελέστηκαν όλοι, πλην του Περρωτή και των άλλων Καλαματιανών. Αλλά και στα χωριά Σολάκιο και Ανθούσα εκτελέστηκαν 200 άτομα.

Μια επιτροπή Ελασιτών από τους Μπράβο, Καραμούζη και Φράγκο επέλεξε ορισμένα γυναικόπαιδα από το «Μπεζεστένι» για ν’ αφεθούν ελεύθερα. Καθώς όμως έφευγαν για τα σπίτια τους πυροβολήθηκαν πισώπλατα και πολλά γυναικόπαιδα σκοτώθηκαν. Σε λίγο έφτασε στο «Μπεζεστένι» ο Βελουχιώτης με τους σωματοφύλακές του και τον Κλάπα. Βλέποντας εκεί 2.000 άτομα εξοργίστηκε και διέταξε εκκαθάριση με σφαγή.

Μαινόμενοι οπαδοί του ΚΚΕ έσφαζαν αδιάκριτα όποιον έγκλειστο έβρισκαν μπροστά τους. Το θέαμα ήταν τόσο αποτρόπαιο που ανάγκασε την τοπική ηγεσία του ΕΑΜ να διατάξει την περισυλλογή και την ταφή των νεκρών. Πολλοί κρατούμενοι μεταφέρθηκαν στα χωριά τους (Οιχαλία, Μερόπη κ.ά.) από συγχωριανούς τους όπου και εκτελέστηκαν. Παρά τον μεγάλο αριθμό των εκτελεσθέντων υπήρχαν ακόμα στο «Μπεζεστένι» εκατοντάδες κρατούμενοι. Η ηγεσία του ΚΚΕ βασισμένη στην αποκήρυξη των Ταγμάτων Ασφαλείας αποφάσισε την εξόντωση όλων των ανδρών τους. Ο Βελουχιώτης στο πλαίσιο αυτής της οδηγίας του ΚΚΕ εξέδωσε την υπ’ αριθμόν ΕΠΕ/330/13-9-44 διαταγή της ΙΙΙ «Μεραρχίας» στην οποία καθόριζε: «Πας συλλαμβανόμενος ταγματασφαλίτης θα τουφεκίζεται επιτόπου».

Η «Πηγάδα του Μελιγαλά»

Με βάση τη διαταγή αυτή ο Μπράβος και ο Καραμούζης συγκρότησαν εκτελεστικά αποσπάσματα από τμήματα του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ υπό τη διοίκηση των Γιώργου Μάντζαρη και Νίκου Μητρόπουλου που ανέλαβαν να εκτελέσουν όσους είχαν «προγραφεί». Όσοι επρόκειτο να εκτελεστούν οδηγήθηκαν αλυσοδεμένοι κατά εκατοντάδες στη θέση «Πηγάδα», 2 χλμ. έξω από τον Μελιγαλά. Η Πηγάδα ήταν ένα είδος φρέατος που είχε ανοιχτεί για τις ανάγκες ύδρευσης του Μελιγαλά.

Πρώτα εκτελέστηκαν περίπου εκατό καταγόμενοι από το Κοπανάκι. Ακολούθησαν όσοι κατάγονταν από τα χωριά Διαβολίτσι, Κατσαρού, Δεσύλλας, Ζευγολατιό, Νεοχώριο, Στενύκλαρος, Μαγούλα και Σολάκι. Στο τέλος, ήρθε η σειρά του Μελιγαλά. Μια συνοδεία 80 ατόμων οδήγησε όλους τους κρατούμενους στην «Πηγάδα». Εκεί, ρίχτηκαν κατά την επίσημη εκδοχή 2.000 πτώματα. Συνολικά, εντός και εκτός Μελιγαλά, δολοφονήθηκαν περισσότερα από 3.500 άτομα. Και τα δύο παραπάνω νούμερα προέρχονται από τη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού. Οι προσκείμενοι στο ΚΚΕ αναφέρουν ότι τα θύματα ήταν από 400-1.000.

Ανάμεσά τους, ο Δήμαρχος Αλκιβιάδης Παπαδόπουλος, ο Γυμνασιάρχης Παναγιώτης Τσίτουρας, οι γιατροί Αλκιβιάδης Λαντζούνης και Δημήτριος Δρούτσας, ο δικηγόρος Λυκούργος Λαντζούνης, ο φαρμακοποιός Κωνσταντίνος Λάσκαρης και άλλοι διακεκριμένοι πολίτες. Και ο ΕΛΑΣ είχε όμως θύματα. Ανάλογα με την πηγή, ο αριθμός των νεκρών ξεκινά από 30 νεκρούς και φτάνει τους 120 και των τραυματιών από 60 και φτάνει τους 200.

Άρης Βελουχιώτης
Οι ευθύνες του Άρη Βελουχιώτη για το μακελειό στον Μελιγαλά

Για τα φριχτά εγκλήματα στον Μελιγαλά, η ευθύνη του Άρη Βελουχιώτη είναι τεράστια. Σύμφωνα με όσα γράφει ο Σπύρος Ξιάρχος που συμμετείχε στις σφαγές: τα θύματα δεν ήταν μόνο ταγματασφαλίτες αλλά και άμαχοι, οι δε φόνοι στην Πηγάδα ήταν οργανωμένες εκτελέσεις που έγιναν με την έγκριση του Άρη Βελουχιώτη. Ο Βελουχιώτης παρέμεινε στον Μελιγαλά και τη γύρω περιοχή ως τις πρωινές ώρες της 17ης Σεπτεμβρίου 1944 που άρχισαν να γίνονται οι οργανωμένες εκτελέσεις στην Πηγάδα.

Έφυγε μετά από τον Μελιγαλά και πήγε στην Καλαμάτα για να παρεβρεθεί στο λιντσάρισμα 19 κρατουμένων από τον Μελιγαλά! Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Βελουχιώτης τόσο στον Μελιγαλά όσο και στους Γαργαλιάνους δεν έμεινε σε σπίτια «συντρόφων» του καθώς φαίνεται ότι δεν τους εμπιστευόταν. Τόσο ο ίδιος και οι σωματοφύλακές του δεν συγκινούνταν από τις σφαγές. Στις 15 Σεπτεμβρίου μετά τις αυτοδικίες και το πλιάτσικο στο Μελιγαλά, έψαχναν λαμαρίνες για να ψήσουν αρνιά. Έπρεπε να έχουν δυνάμεις για το μαστίγωμα των αιχμαλώτων στη Μερόπη, την επόμενη μέρα.

Και στους Γαργαλιάνους όμως ο Βελουχιώτης με τους άντρες του έφαγαν πολύ καλά και μάλιστα στο πάτωμα του σπιτιού όπου έμεναν. Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ απεχθάνονταν τα τραπέζια καθώς ήθελαν να προβάλλουν την εικόνα μπαρουτοκαπνισμένου και σκληροτράχηλου επαναστάτη. Ανάμεσα στους υπεύθυνους για τον Μελιγαλά, ήταν και οι Μπελογιάννης, Μπλάνας και Κουλαμπάς.

Τι γράφουν μέλη του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ για τον Μελιγαλά

Υψηλόβαθμα στελέχη του ΕΑΜ που είναι επιβεβαιωμένο ότι συμμετείχαν στα εγκλήματα του Μελιγαλά, στα απομνημονεύματά τους ή σε συνεντεύξεις τους ισχυρίζονται ότι δεν ήταν παρόντες λόγω ασθενείας ή τραυματισμού, δεν αναφέρονται καθόλου στον Μελιγαλά, λένε ότι έφυγαν μόλις ξεκίνησε η μάχη κ.λπ. Ας δούμε τι γράφουν ορισμένοι «απολογητές» του Μελιγαλά:

«Το 9ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ οργανώνει επίθεση στον Μελιγαλά, όπου αμύνονται 1.500 άντρες των Ταγμάτων Ασφαλείας με την υποστήριξη ισχυρού πυροβολικού. Ύστερα από σκληρή μάχη 48 ωρών ο Άρης μπαίνει στην πόλη και εγκαθιστά αμέσως Ανταρτοδικεία, οι θανατικές αποφάσεις των οποίων εκτελούνταν χωρίς καθυστέρηση…» (Ροβήρος Μανθούλης, «Το Ημερολόγιο του Εμφύλιου Διχασμού»).

«Η λυκοφωλιά του Μελιγαλά, ο προμαχώνας των αλητών της Πελοποννήσου δεν υπάρχει πια. Οι σταυραετοί μας ξέπλυναν το άγος… συνέτριψαν πάνω από 1.300 Γερμανοπροδότες… χάρισαν τη λευτεριά στη ματοβαμμένη ύπαιθρο της Μεσσηνίας» (εφ. «Νεανική Φλόγα», της Καλαμάτας, στις 22/9/1944).

«Η απελευθέρωση του Μελιγαλά… Ο Μελιγαλάς σημαντικό στρατηγικό σημείο, τέλεια οχυρωμένο και προστατευμένο από 1.000 άρτια εξοπλισμένους προδότες… Όλοι οι προδότες εξοντώθηκαν (εφ. «Λεύτερος Μωριάς», 18/9/1944).

«Οι Μοναρχικοί τρομοκράτες μιλούν για τρομοκρατία του ΕΑΜ. Πάλι οι δολοφονίες αθώων, πάλι η Πηγάδα, πάλι ο Μελιγαλάς. Ούτε λίγο ούτε πολύ προσπαθούν ν’ αποδέιξουν ότι οι φονευθέντες εθνοπροδότες στον Μελιγαλά εδολοφονήθησαν και εσφάγησαν… Οι περισσότεροι που βρίσκονται στην Πηγάδα σκοτώθηκαν στην τριήμερη μάχη. Όσο για τους υπόλοιπους μάχιμους πού εκτελέστηκαν, αφού πιάστηκαν; Απλώς τιμωρήθηκαν για γνωστά και αποδεδειγμένα εγκλήματά τους» (εφ. «Λαϊκή Νίκη», 30/7/1945).

«Τίποτα δεν έγινε, καμία σφαγή, καμιά βαρβαρότητα από την πλευρά των ανταρτών. Η Πηγάδα του Μελιγαλά είναι ένα κακόγουστο παραμύθι που τόσο το χρειάζονται σήμερα και πάντοτε οι πρώην συνεργάτες των Γερμανών» (Λευτέρης Καπελλάκος, «Αντάρτικο στον Ταΰγετο, Στο 8ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ»).


Ο αρχηγός του ΕΛΑΣ Στέφανος Σαράφης, γράφει: «Ύστερα από σκληρό τριήμερο αγώνα εναντίον ταγματασφαλιτών καταλήφθηκε ο Μελιγαλάς. Ράλληδες (σημ: άνδρες των ΤΑ) νεκροί 800, ελασίτες 70 νεκροί, 130 τραυματίες» («Ο ΕΛΑΣ», 1980).

«Μέσα σε μισή ώρα δεν απόμεινε ούτε ένας ορθός απ’ τους ταγματασφαλίτες. Τους τράβηξαν μετά και τους πέταξαν μέσα σε μια γιγάντια πηγάδα, κουβάλησαν λιθάρια και χώματα και τη βούλωσαν» (Κωστής Παπαγκόγκος, «Καπετάν Άρης»).

«Η μάχη κρατεί από τις 13 ως τις 15 του Σεπτέμβρη. Στο τέλος το φρούριο πέφτει αλλά οι ταγματασφαλίτες που παραδίδονται εκατοντάδες, είτε εκτελούνται χωρίς διατυπώσεις είτε λιντσάρονται από τον πληθυσμό» (Θανάσης Χατζής, «Η Νικηφόρος Επανάσταση που Χάθηκε»). Ο Θ. Χατζής ήταν μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και Γραμματέας του ΕΑΜ.

«Η μάχη κράτησε 63 ώρες. Η παράδοση των όπλων έγινε μέσα στον Μελιγαλά. Αφού τους αφοπλίσαμε τους διώχναμε. Κρατάγαμε μόνο τους αξιωματικούς του στρατού και της αστυνομίας» (Βαγγέλης Λάτσης, «Οι Αντάρτες του Πάρνωνα-Αναμνήσεις από τη δράση του 8ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ»).

«Ύστερα από τριήμερο λυσσώδη και άνισο αγώνα τμήματός μας μπήκανε στον Μελιγαλά αφού συντρίψανε την άμυνα 1.000 και παραπάνω Ράλληδων που διεκδίκησαν την πόλη σπίτι προς σπίτι και 800 σκοτώθηκαν στη μάχη. Δικές μας απώλειες 60 νεκροί και 150 τραυματίες» (Νίκος Αναγνωστόπουλος, «Παράνομος Τύπος-Κατοχή: 1941-1944»).

Ο Παντελής Μούτουλας γράφει ότι ο Άρης, ο Ωρίων και οι άλλοι καπεταναίοι έφυγαν βορειότερα για να πολεμήσουν τους Γερμανούς, κάτι που δεν έγινε ποτέ, ο Κώστας Μπίρκας ότι στον Μελιγαλά μαζί με τους ταγματασφαλίτες πολεμούσαν και Γερμανοί (παντελώς ψευδές, οι Γερμανοί είχαν φύγει στις 4/9 από τον Μελιγαλά), ενώ ο Στάθης Κανναβός, μέλος της Επιτροπής του ΕΑΜ στο «Μπεζεστένι» του Μελιγαλά γράφει: «Στην οχυρωμένη… κωμόπολη του Μελιγαλά έχουν συγκεντρωθεί… οι πιο αιμοσταγείς ταγματαλήτες (sic) 2 επαρχιών… Ο ΕΛΑΣ έχασε όσα σε καμία μάχη του με τους Γερμανούς, κάπου 200 διαλεχτά παλικάρια. Οι ταγματαλήτες… έβγαλαν από το Μπεζεστένι τους ομήρους τους και τους εκτελούσαν».

Ο γιατρός Στάθης Κανναβός που συναποφάσιζε ποιοι θα εκτελεστούν, μόνο που δεν γράφει ότι στην Πηγάδα ρίχτηκαν δολοφονημένοι Ελασίτες… Ο «Μικροπολιτικός» στα «Νέα» (17/11/2003) γράφει για «… την Πηγάδα του Εμφυλίου που προκάλεσαν οι Χίτες!!!».

Βέβαια, το «σύνθημα» για την αποποίηση ευθυνών των Ελασιτών έδωσε ο ίδιος ο Βελουχιώτης. Ο Ευάγγελος Μαχαίρας, που συμμετείχε στα γεγονότα, γράφει: « Πηγαίνοντας προς την Τρίπολη με τον Άρη και τον Κανελλόπουλο, ρώτησε ο Κανελλόπουλος τον Άρη αν ξέρει τίποτα για τις εκτελέσεις που λένε ότι έγιναν στον Μελιγαλά. Ο Άρης είπε ότι δεν ξέρει τίποτα γιατί λείπαμε στους Γαργαλιάνους-Πύλο».

Κάπου εδώ κλείνουμε αυτό το μακροσκελέστατο άρθρο. Νομίζουμε ότι παραθέσαμε τις απόψεις και των δύο πλευρών. Από εκεί και πέρα ο καθένας κι η καθεμία μπορούν να έχουν όποια γνώμη θέλουν. Παρακαλούμε θερμά, όχι υβριστικά και διχαστικά σχόλια. Η χώρα μας χρειάζεται στους δύσκολους σημερινούς καιρούς απόλυτη σύμπνοια και ομοψυχία. Και όσα έγιναν πριν από 80 χρόνια στον Μελιγαλά να αποτελέσουν παράδειγμα προς αποφυγή και να διδάξουν εμάς τους νεότερους για το μέλλον…

Σχετική βιβλιογραφία(εκτός από όσα βιβλία αναφέραμε στο άρθρο):
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΩΝ. ΜΠΟΥΓΑΣ, «ΜΑΤΩΜΕΝΕΣ ΜΝΗΜΕΣ 1940-45» Δ΄ΕΚΔΟΣΗ, 2013.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΖΑΡΑΣ, «Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟ ΘΕΡΜΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ ΤΟΥ ΨΥΧΡΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΑ ΠΕΠΡΑΓΜΕΝΑ», Εκδόσεις Ιωάννης Στ. Φλαούνας, 2019.
from: anatakti
via IFTTT

Εικόνα

Βαθαίνει η κρίση στη Λιβύη: Ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ υπέβαλε την παραίτησή του

https://bit.ly/3vY1XWJ

Ο ειδικός απεσταλμένος των Ηνωμένων Εθνών για τη Λιβύη, ο Αμπντουλαγέ Μπατιλί, υπέβαλε χθες Τρίτη την παραίτησή του, κρίνοντας πως δεν είναι δυνατό να υπάρξει «επιτυχία» των προσπαθειών τερματισμού της κρίσης όταν οι λίβυοι ηγέτες βάζουν «τα προσωπικά συμφέροντά τους πάνω από τις ανάγκες της χώρας».

«Υπέβαλα την παραίτησή μου στον Γενικό Γραμματέα» του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, δήλωσε ο σενεγαλέζος διπλωμάτης στον Τύπο έπειτα από συνεδρίαση του ΣΑ κατά την οποία σκιαγράφησε με μελανά χρώματα την κατάσταση στη Λιβύη, βυθισμένη σε εμφύλιο πόλεμο από το 2011.

Η παραίτηση «έγινε δεκτή», ανέφερε κατόπιν ο εκπρόσωπος του ΓΓ Γκουτέρες, ο Στεφάν Ντουζαρίκ.

Η Αποστολή Υποστήριξης των Ηνωμένων Εθνών στη Λιβύη (MANUL στα γαλλικά, UNSMIL στα αγγλικά) «κατέβαλε πολλές προσπάθειες τους 18 τελευταίους μήνες υπό τη διεύθυνσή μου», όμως το τελευταίο διάστημα «η κατάσταση έχει χειροτερέψει», εξήγησε ο Αμπντουλαγέ Μπατιλί, καταγγέλλοντας την «έλλειψη πολιτικής βούλησης και καλής πίστης από τους λίβυους ηγέτες» που μοιάζουν «ικανοποιημένοι με το τρέχον αδιέξοδο».

«Αυτό είναι πολύ λυπηρό, διότι στη Λιβύη σήμερα το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού θέλει» να τερματιστεί αυτό το αδιέξοδο, όμως «σε αυτές τις συνθήκες, δεν υπάρχει κανένας τρόπος ο ΟΗΕ να δράσει με επιτυχία» επέμεινε, δεν υπάρχει «θέση» για την επίτευξη πολιτικής λύσης.

Κατά τη συνεδρίαση του ΣΑ, ανακοίνωσε την αναβολή της εθνικής διάσκεψης για τη συμφιλίωση επ’ αόριστον. Η διάσκεψη αυτή θα ξεκινούσε στη θεωρία την Κυριακή 28η Απριλίου.

«Είναι αποκαρδιωτικό να βλέπεις ανθρώπους σε θέσεις εξουσίας να βάζουν τα προσωπικά τους συμφέροντα πάνω από τις ανάγκες της χώρας τους», σημείωσε εκφράζοντας επίσης το «βαθύ αίσθημα διάψευσης των ελπίδων» του.

«Η εγωιστική αποφασιστικότητα των σημερινών ηγετών να διατηρήσουν το status quo με ελιγμούς και τακτικές καθυστέρησης σε βάρος του λιβυκού λαού πρέπει να λάβει τέλος», επέμεινε.

Εξέφρασε ιδίως τη λύπη του διότι οι προσπάθειές του να καθησυχαστούν οι ανησυχίες κάθε πλευράς συνάντησαν «επίμονη αντίσταση, παράλογες προσδοκίες και αδιαφορία για τα συμφέροντα του λαού» της Λιβύης.

Στη Λιβύη, η ειρήνη και η σταθερότητα παραμένουν ακόμη ζητούμενα μετά την εξέγερση του 2011, με υποστήριξη του NATO, που ανέτρεψε το καθεστώς του συνταγματάρχη Μουάμαρ Καντάφι. Η χώρα παραμένει διχασμένη, με δυο κυβερνήσεις στο δυτικό και στο ανατολικό τμήμα της χώρας και μια μυριάδα ένοπλες ομάδες να διεκδικούν εξουσία κι επιρροή.

Ο Αμπντουλαγέ Μπατιλί —ο ένατος ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ από το 2011— ονομάστηκε στον ρόλο τον Σεπτέμβριο του 2022, έπειτα από μήνες που η θέση παρέμενε κενή, μετά την ξαφνική παραίτηση του προκατόχου του Γιαν Κούμπις τον Νοέμβριο του 2021.

Το Συμβούλιο Ασφαλείας, που απαιτείται να δώσει πράσινο φως, είχε απορρίψει διάφορες εισηγήσεις του Γενικού Γραμματέα Γκουτέρες προτού συναινέσει στον διορισμό του σενεγαλέζου διπλωμάτη, για τον οποίο η κυβέρνηση στην Τρίπολη εξέφραζε αντίθετα «επιφυλάξεις» εξ αρχής.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
from: anatakti
via IFTTT

Εικόνα

«Ο Έλληνας» στο επίκεντρο της βίας των συμμοριών στη Σουηδία – Ο πόλεμος με την «κουρδική αλεπού»

https://bit.ly/46wRkXv

Ένας Έλληνας είναι στο επίκεντρο του πολέμου των συμμοριών στη Σουηδία, που πήρε τόσο μεγάλες διαστάσεις ώστε η κυβέρνηση να εξετάζει σενάρια για την ανάπτυξη δυνάμεων του στρατού για να περιορίσει το φαινόμενο.Μόνο μέσα στον Σεπτέμβριο, πέρα από τα αιματηρά επεισόδια, είχαμε 12 νεκρούς, πολλοί από τους οποίους ήταν άσχετοι με τις συμμορίες.
Σουηδικά μέσα ενημέρωσης αναφέρουν ως επικεφαλής της εγκληματικής συμμορίας Foxtrot, που σχετίζεται με την έκρηξη βίας στη χώρα, τον διεθνώς καταζητούμενο Ράβα Ματζίντ.
Ο Ραβά Ματζίντ
Οι «μάχες» της Foxtrot με άλλες συμμορίες μεταναστών για την επικράτηση στο εμπόριο ναρκωτικών, αλλά και οι συγκρούσεις μεταξύ των μελών της συμμορίας ευθύνονται για το πρωτοφανές κύμα βίας.
Ένα άλλο πρόσωπο που σχετίζεται με αυτόν τον πόλεμο είναι ένας Έλληνας, ο Μίκαελ Αλστρομ Τενέζος (Mikael Tenezos) ή «Greken», «ο Έλληνας», όπως τον αποκαλούν.

Είναι 25 χρονών και άλλοτε παίκτης του χόκει, αλλά και ορκισμένος εχθρός του 36χρονου Ματζίντ.

Τον περασμένο Φεβρουάριο η σουηδική εφημερίδα Expressen συνέδεε τον Τενέζος με «μια σειρά από εκρήξεις και από πυροβολισμούς» που συγκλόνισαν τη Στοκχόλμη στις αρχές του 2023. Πίσω από πολλές από αυτές τις επιθέσεις εκτιμάται ότι βρισκόταν η μάχη του Τενέζος με τον Ματζίντ. Και οι δύο ήθελαν να ελέγξουν το εμπόριο των ναρκωτικών στην πόλη Σούντσβαλ της κεντρικής Σουηδίας.

Ο Τενέζος παρουσιαζόταν από την εφημερίδα ως ηγετική μορφή του εγκληματικού δικτύου Dalen, το οποίο έχει τις ρίζες του στην ομώνυμη περιοχή της νότιας Στοκχόλμης. Στο ίδιο δίκτυο πρωταγωνιστούσαν τα αδέλφια Μάριο Γκόλζαρ Μία και Βίκτορ Μία με καταγωγή από τη Βουλγαρία, αλλά και κάποιος Ιλντάρ Γκαλίεφ, γνωστός με το ψευδώνυμο «Scar».

Ο Μίκαελ Τενέζος

Από ελπίδα του χόκεϊ στην παρανομία

Στο παρελθόν ο Τενέζος είχε καταδικαστεί για σοβαρά αδικήματα περί όπλων και ναρκωτικών και έχει εμπλακεί σε συγκρούσεις που η αστυνομία συνδέει με θανάσιμους πυροβολισμούς τα τελευταία χρόνια. Θεωρείται ότι πλέον είναι εκτός της Σουηδίας.

Και όμως, πριν από λίγα χρόνια, μιλούσαν με τα καλύτερα λόγια για τον «απολύτως κορυφαίο παίκτη» που είχε ταχύτητα και τεχνική στο σπορ που λατρεύουν οι Σουηδοί.

Η ζωή του Τενέζου πήρε άλλη πορεία στο γυμνάσιο, με παραβατικές παρέες. Λόγω της κακής βαθμολογίας στα μαθήματα δεν κατάφερε να πάει σε ειδικό σχολείο για ταλαντούχα παιδιά στο χόκει και έτσι αναγκάστηκε να μετακομίσει στην πόλη Κράμφορς, όπου και πέρασε στην παρανομία.

Ο Τενέζος έφτασε να ελέγχει πιάτσες ναρκωτικών στην κεντρική Σουηδία, τις οποίες τώρα θέλει να πάρει η συμμορία του Ματζίντ, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει πόλεμος.

Η αστυνομία εκτιμά ότι σχεδόν 30.000 άνθρωποι στη Σουηδία εμπλέκονται άμεσα ή έχουν σχέσεις εγκλήματα συμμοριών. Η βία έχει επίσης εξαπλωθεί από τις μεγάλες αστικές περιοχές στις μικρότερες πόλεις όπου το βίαιο έγκλημα αποτελούσε κατά το παρελθόν σπάνιο φαινόμενο.

from: anatakti
via IFTTT

Εικόνα

Σουηδία: Παιδιά επικοινωνούν με συμμορίες και ζητούν να διαπράξουν φόνους, λέει η αστυνομία – Στους δρόμους ο στρατός

https://bit.ly/3PBb5X1

Ολοένα και περισσότεροι νέοι εμπλέκονται στον πόλεμο συμμοριών που μαίνεται στη Σουηδία τους τελευταίους μήνες, δήλωσε την Παρασκευή ο διευθυντής της εθνικής αστυνομίας της χώρας, αφού τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν σε βίαια περιστατικά μέσα σε 24 ώρες προκαλώντας σοκ στην κοινή γνώμη.«Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση στην οποία παιδιά επικοινωνούν μόνα τους με εγκληματικές οργανώσεις» ζητώντας να διαπράξουν φόνους, δήλωσε ο Άντερς Θόρνμπεργκ επικεφαλής της αστυνομίας της Σουηδίας στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.

Η Σουηδία είναι εδώ και χρόνια αντιμέτωπη με τη βία που συνδέεται με τις συγκρούσεις αντίπαλων οργανώσεων και συμμοριών για τον έλεγχο του λαθρεμπορίου ναρκωτικών και όπλων.

Η βία αυτή κλιμακώθηκε τους τελευταίους μήνες εξαιτίας αντιπαράθεσης που έχει ξεσπάσει στο εσωτερικό μίας από αυτές τις συμμορίες. Τα περιστατικά με πυροβολισμούς και εκρήξεις είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο.

«Οι εγκληματίες είναι αδυσώπητοι», τόνισε ο Θόρνμπεργκ περιγράφοντας το σύστημα που ακολουθούν όταν θέλουν να εξοντώσουν τους αντιπάλους τους: χρησιμοποιούν ανθρώπους εκτός των συμμοριών, συχνά ανήλικους. «Τους δίνουν όπλα και τη διεύθυνση» που πρέπει να πάνε για την επίθεση.

Τα θύματα είναι επίσης νέοι, τις περισσότερες φορές.

Σύμφωνα με απολογισμό του κρατικού τηλεοπτικού δικτύου SVT, 12 άνθρωποι σκοτώθηκαν σε περιστατικά με πυροβολισμούς και εκρήξεις τον Σεπτέμβριο, ο μεγαλύτερος αριθμός που έχει καταγραφεί στη διάρκεια ενός μήνα εδώ και τέσσερα χρόνια.

Τη νύχτα της Τετάρτης προς Πέμπτη καταγράφηκαν τρεις ανθρωποκτονίες, θύματα των οποίων ήταν μεταξύ άλλων ένας νεαρός 18 ετών και μία 25χρονη γυναίκα.

«Τα παιδιά θα έπρεπε να έχουν πίστη στο μέλλον, τα παιδιά και οι νέοι δεν θα έπρεπε να θέλουν να γίνουν δολοφόνοι», τόνισε ο Θόρνμπεργκ.

Ο Ματς Λίντστρεμ, αστυνομικός στην περιοχή της Στοκχόλμης που έχει εξετάσει πολλά μηνύματα μέσω των οποίων δίνονται οι εντολές για τους φόνους, επιβεβαίωσε ότι συχνά οι νέοι είναι αυτοί που ζητούν να αναλάβουν αυτά τα «συμβόλαια».

«Βλέπουμε ότι γράφουν: ‘Υπάρχουν συμβόλαια; Εγώ και ο φίλος μου είμαστε διαθέσιμοι για 200.000 κορώνες’», εξήγησε. Το κάνουν «για να αποκτήσουν στάτους, να γίνουν κάποιοι, για να έχουν ‘τον αέρα του δολοφόνου’», όπως του αποκάλυψε ένας νεαρός στη διάρκεια έρευνας.

Τον Αύγουστο του 2023, 69 ανήλικοι ήταν προφυλακισμένοι στη Σουηδία, έναντι 14 τον ίδιο μήνα το 2021.

Ο στρατός στους δρόμους

Την Πέμπτη ο Σουηδός πρωθυπουργός Ουλφ Κρίστερσον δήλωσε ότι θα ζητήσει τη βοήθεια του στρατού προκειμένου να συνδράμει την αστυνομία στο έργο της και να τερματιστεί η βία.

«Βρίσκομαι στο πλευρό σας, θα κυνηγήσουμε τις συμμορίες και θα τις νικήσουμε. Θα λογοδοτήσουν στη δικαιοσύνη», τόνισε ο Κρίστερσον στη διάρκεια τηλεοπτικού του διαγγέλματος.

Ο ίδιος εκτίμησε ότι «το σουηδικό δίκαιο δεν έχει προβλέψεις για τον πόλεμο συμμοριών και τα παιδιά- στρατιώτες, αλλά έχουμε ξεκινήσει τη διαδικασία για να το αλλάξουμε».

Οι Σοσιαλδημοκράτες (αριστερά) και οι Σουηδοί Δημοκράτες (άκρα δεξιά) πρότειναν την κινητοποίηση του στρατού προκειμένου να συνδράμει την αστυνομία στο έργο της.

«Έχω καλέσει τον επικεφαλής της εθνικής αστυνομίας και τον επικεφαλής του στρατού για να δούμε πώς οι ένοπλες δυνάμεις μπορούν να βοηθήσουν την αστυνομία να αντιμετωπίσει τις συμμορίες», επεσήμανε ο Κρίστερσον.

«Αποτυχία της ενσωμάτωσης»

«Η εγκληματικότητα έχει φτάσει σε ένα επίπεδο που δεν έχουμε δει ποτέ ξανά στο παρελθόν. Η κατάσταση είναι σοβαρή στην Ουψάλα και σε όλη τη χώρα», εκτίμησε η Καταρίνα Μπόγουαλ αξιωματούχος της Ουψάλας.

«Είναι πιθανό αυτό να συνδέεται με τη διαμάχη» σε εθνικό επίπεδο μεταξύ των εγκληματικών συμμοριών, πρόσθεσε.

Ο Κρίστερσον καταφέρθηκε εξάλλου κατά «της αφέλειας και της απερισκεψίας που μας οδήγησε εδώ. Η αλόγιστη μετανάστευση και η αποτυχία ενσωμάτωσης μας οδήγησαν» σε αυτή την κατάσταση, εκτίμησε.

Ο Σουηδός πρωθυπουργός, επικεφαλής των Μετριοπαθών, κατέληξε πέρυσι σε συμφωνία με τους ακροδεξιούς για να ανέλθει στην εξουσία. Στο κοινοβούλιο έχει συμμαχήσει με το ακροδεξιό, αντιμεταναστευτικό κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών, το οποίο ωστόσο δεν συμμετέχει στην κυβέρνηση.

Πηγή: Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων
from: anatakti
via IFTTT

Εικόνα

Ναγκόρνο Καραμπάχ: Η κόλαση επί Γης – Χιλιάδες Αρμενίων ξεσπιτώνονται παίρνοντας μαζί τους μία βαλίτσα

https://bit.ly/45bcHN3

Εξαθλιωμένοι, πεινασμένοι και διψασμένοι, χιλιάδες Αρμένιοι εγκαταλείπουν τις εστίες τους στην περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ αναζητώντας ένα ασφαλές καταφύγιο, την ώρα που κονβόι από το Αζερμπαιτζάν και την Αρμενία μεταβαίνει στις Βρυξέλλες για να βρει μία «λύση» με στόχο των τέλος των εχθροπραξιών.Η κατάσταση που εξακολουθεί να επικρατεί στον θύλακα, ο οποίος αποτελεί «μήλον της έριδος» για το Αζερμπαιτζάν θυμίζει κόλαση. Πολλές ανθρώπινες ιστορίες που κάνουν το γύρο του διαδικτύου είναι πράγματι ανατριχιαστικές.
Βίντεο και φωτογραφίες που έχουν ανέβει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δείχνουν τους κατοίκους του Στεπανακέρτ, της πρωτεύουσας του Ναγκόρνο Καραμπάχ, να μαζεύουν τα υπάρχοντά τους και να τα φορτώνουν σε αυτοκίνητα και φορτηγά ψάχνοντας να βάλουν βενζίνη.

Η περιοχή είχε αποκλειστεί από ακτιβιστές που υποστηρίζονταν από το Αζερμπαϊτζάν επί εννέα μήνες, προκαλώντας χρόνιες ελλείψεις σε τρόφιμα, φάρμακα και καύσιμα, όπως αναφέρει ο ιστότοπος Politico.

Οι περισσότεροι από αυτούς που εγκατέλειψαν άρον – άρον το Ναγκόρνο Καραμπάχ ήταν γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι, δήλωσε χθες στο ειδησεογραφικό δίκτυο «Armenpress» η αντιδήμαρχος της αρμενικής πόλης Γκόρις, Ιρίνα Γιολιάν.

Το Γκόρις βρίσκεται μία ανάσα από τα σύνορα Αρμενίας -Αζερμπαϊτζάν, κοντά στον δρόμο Λατσίν που συνδέει τον θύλακα με την Αρμενία. Ένας διάδρομος έχει ανοίξει για να επιτραπεί στους πολίτες να αποχωρήσουν από την εμπόλεμη ζώνη, υποστηρίζει η Πογκόσιαν.

Η Νόνα Πογκόσιαν «προσπαθούσε επί ώρες να αποφασίσει ποια είναι τα σημαντικότερα πράγματα που μπορούν να χωρέσουν στη βαλίτσα της».

Τα εννιάχρονα δίδυμα παιδιά της ήταν στον επάνω όροφο και αποφάσιζαν ποια από τα υπάρχοντά τους θα έπρεπε να αφήσουν πίσω. «Κλαίνε για κάθε παιχνίδι που αποχωρίζονται», όπως αναφέρει στο CNN η Πογκοσιάν, συντονίστρια προγράμματος του Αμερικανικού Πανεπιστημίου της Αρμενίας στην πρωτεύουσα Στεπανακέρτ.

«Ζήσαμε εφιαλτικές ημέρες», δηλώνει από την πλευρά της η 41χρονη Αναμπέλ Γκιουλασιάν, από το χωριό Rev, γνωστό ως Shalva στα Αζέρικα. Όπως εξηγεί στο γαλλικό πρακτορείο «France 24», η ίδια έφτασε στο Γκόρις με την οικογένειά της με ένα βαν κουβαλώντας τα υπάρχοντά της σε τσάντες.

Από την πλευρά τους, πολλοί Αρμένιοι έγιναν μάρτυρες έκρηξης σε αποθήκη πυρομαχικών κατά την οποία τραυματίστηκαν δεκάδες άνθρωποι. Σύμφωνα με τις αυτονομιστικές Αρχές του θύλακα τουλάχιστον 20 άνθρωποι σκοτώθηκαν και πάνω από 200 άνθρωποι τραυματίστηκαν.

Σχεδόν όλοι τους περίμεναν στην ουρά, ώστε να εφοδιαστούν με καύσιμα για να φύγουν από την περιοχή μετά τις πρόσφατες εξελίξεις. Οι περισσότεροι τραυματίες βρίσκονται σε σοβαρή κατάσταση και χρειάζονται ενισχυμένη ιατρική περίθαλψη. Οι ίδιοι κάνουν έκκληση στην διεθνή κοινότητα να επιτραπεί η προσγείωση αεροσκαφών που θα μεταφέρουν σωστικά συνεργεία για την περίθαλψη των τραυματιών.

H έκρυθμη κατάσταση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ έχει οδηγήσει στον αποχωρισμό χιλιάδων ανθρώπων από τις οικογένειές τους με τους Αρμένιους να αναζητούν τους αγαπημένους τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σημείωσε η οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων «Christian Solidarity International» (CSI) στο X (πρώην Twitter).

Η οργάνωση CSI πρόσθεσε ότι στο Telegram, υπάρχουν πολίτες του Αζερμπαϊτζάν που κυκλοφορούν φωτογραφίες και απειλούν να βιάσουν και να δολοφονήσουν τους ανθρώπους που βρίσκονται σε αυτές.

Κάτω από τη φωτογραφία μιας νεαρής γυναίκας, κάποιος έγραψε ότι προσφέρει 500 δολάρια σε όποιον του την παραδώσει. Πρόκειται, λέει, να την κάνει δώρο γενεθλίων στον «Μουράντ». Πάνω από τη φωτογραφία μερικών παιδιών, κάποιος έχει γράψει: «Τα παιδιά των π….ων πρέπει να καθαρίζουν τουαλέτες και να δουλεύουν σκληρά στα ορυχεία για να μαζεύουν χρήματα. Και κάτω από τη φωτογραφία τους , κάποιος σχολιάζει: Όποιος τα βρει, να τα βιάσει, στη συνέχεια να τα κόψει κομματάκια και να τα δώσει στα σκυλιά».

Η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν έχουν βιώσει δύο πολέμους τις τελευταίες τρεις δεκαετίες διεκδικώντας το Ναγκόρνο-Καραμπάχ, έναν θύλακα με την πλειοψηφία των Αρμενίων στα διεθνώς αναγνωρισμένα σύνορα του Αζερμπαϊτζάν.

Η αστραπιαία επιχείρηση του Αζερμπαϊτζάν στις 19 Σεπτεμβρίου για να αναλάβει εκ νέου τον έλεγχο στην περιοχή , ανάγκασε τους αυτονομιστές να καταθέσουν τα όπλα σύμφωνα με τους όρους της εκεχειρίας που συμφωνήθηκε την επόμενη μέρα.

Ακολούθησαν εννέα μήνες αποκλεισμού της περιοχής από το Μπακού που προκάλεσε ελλείψεις σε βασικές προμήθειες. Οι αυτονομιστές υποστήριξαν ότι 200 άνθρωποι σκοτώθηκαν στις μάχες της περασμένης εβδομάδας.

«Ξέρουμε ότι δεν θα επιστρέψουμε ποτέ στα σπίτια μας»

Κάτοικοι του Ναγκόρνο Καραμπάχ ετοιμάζονται να ζήσουν στην εξορία. Υπό τον φόβο της εθνοκάθαρσης από τον στρατό του Αζερμπαιτζάν, κάποιοι πρόσφυγες πιστεύουν ότι δεν πρόκειται να ξαναγυρίσουν στην πατρίδα τους, λέει ένας εξ αυτών στον ιστότοπο «Politico».

Πολλοί πρόσφυγες έχει συγκεντρωθεί στο ξενοδοχείο «Goris», απομεινάρι της σοβιετικής εποχής, που πλέον αποτελεί έναν από τους πρώτους σταθμούς για όσους καταφεύγουν στην Αρμενία από την κατεστραμμένη από τον πόλεμο περιοχή στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

Στο λόμπι του ξενοδοχείου «Goris», τα παιδιά κρατούν πλαστικές σακούλες γεμάτες με σνακ, ενώ οι ηλικιωμένοι μαζεύονται γύρω από έναν άντρα που βγάζει φάρμακα από ένα κουτί και φωνάζει ονόματα για να τους δώσει.

Από τους περίπου 100.000 ανθρώπους που ζουν στην επικράτεια του Ναγκόρνο Καραμπάχ, τα επίσημα στοιχεία της Αρμενίας αναφέρουν ότι περισσότερα από 13.550 άτομα είχαν ήδη εγκαταλείψει τις εστίες τους από τις 8 το πρωί της Τρίτης, ενώ φωτογραφίες που τραβήχτηκαν από την πρωτεύουσα του, Στεπανακέρτ, απεικονίζουν τεράστιες ουρές πολιτών, με τις βαλίτσες ανά χείρας ,να συνοδεύεται από Ρώσους μεσολαβητές.

«Συμβαίνουν πράγματα που δεν μπορώ να περιγράψω»

Από το Σάββατο, πολλοί Αρμένιοι κάτοικοι στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ έχουν φτιάξει μία βαλίτσα με τα απολύτως απαραίτητα και τα έχουν φορτώσει σε αυτοκίνητα και λεωφορεία.

«Φέραμε μόνο τα ρούχα που μπορούμε να κουβαλήσουμε στην πλάτη μας», λέει η Λιάνα, μια 36χρονη νοσοκόμα από το Στεπανακέρτ. «Ο αδερφός μου είναι βαριά τραυματισμένος, μεταφέρθηκε στο Ερεβάν. Αλλά ευτυχώς ο άντρας μου, τα παιδιά μου και εγώ καταφέραμε να φύγουμε Έχω δει πράγματα που δεν μπορώ να περιγράψω . Πώς μπορούμε να ζήσουμε μαζί με τους πολίτες του Αζερμπαϊτζάν μετά από αυτό;, διερωτάται σε δηλώσεις της στο CNN.

Ο Χικμέτ Χατζίγιεφ, κορυφαίος σύμβουλος του προέδρου του Αζερμπαϊτζάν στο εξωτερικό, επέμεινε ότι οι αναχωρήσεις των Αρμενίων δεν έγιναν υπό την πίεση του στρατού.

Σε τηλεφωνική του συνέντευξη στο «Politico», τόνισε ότι η κυβέρνηση του Μπακού «λυπάται» για την έλλειψη εμπιστοσύνης στην ικανότητα της να διασφαλίσει τα δικαιώματα και την ασφάλειά τους, αλλά πρόσθεσε: «Η κυβέρνηση είναι να αφήνει ελεύθερο το λαό να κάνει ότι θέλει».
from: anatakti
via IFTTT

Εικόνα

Ένταση στο βόρειο Κόσοβο μετά τον θάνατο ενός αστυνομικού σε ανταλλαγή πυρών

https://bit.ly/3EMZgs1

 Νέα ένταση προκαλεί στο βόρειο Κόσοβο ο θάνατος ενός αστυνομικού και ο τραυματισμός ενός άλλου κατά την ανταλλαγή πυρών έξω από το χωριό Μπάινσκο που κατοικείται κυρίως από Σέρβους.Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση, τα ξημερώματα της Κυριακής περίπολος της συνοριακής αστυνομίας του Κοσόβου παρατήρησε ότι δύο φορτηγά τα οποία δεν έφεραν πινακίδες κυκλοφορίας έχουν τοποθετηθεί κάθετα σε δρόμο που οδηγεί προς το χωριό Μπάινσκο. Ζήτησε ενισχύσεις και όταν έφτασαν αλλά τρία περιπολικά δέχτηκαν επίθεση με πυροβόλα όπλα και χειροβομβίδες από την κατεύθυνση του χωριού. Ακολούθησε ανταλλαγή πυρών κατά την οποία τραυματίστηκαν δύο αστυνομικοί ο ένας εκ των οποίων λίγο αργότερα κατέληξε, αναφέρεται στο επίσημο ανακοινωθέν.

Ο πρωθυπουργός του Κοσόβου ‘Αλμπιν Κούρτι χαρακτήρισε τρομοκρατική ενέργεια την ένοπλη επίθεση κατά των αστυνομικών και κατηγόρησε «εγκληματικές ομάδες που ελέγχονται από το Βελιγράδι».

Η πρόεδρος του Κοσόβου Βιόσα Οσμάνι επιστρέφει εσπευσμένα από την Νέα Υόρκη όπου συμμετείχε στην Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Η Οσμάνι σε ανάρτηση της στο διαδίκτυο επίσης κατηγόρησε «σερβικές εγκληματικές συμμορίες» για τον θάνατο του αστυνομικού και υποστήριξε ότι «έχουν την πολιτική, οικονομική και υλικοτεχνική υποστήριξη του επίσημου Βελιγραδίου». Από σήμερα το πρωί οι αρχές του Κοσόβου έκλεισαν όλες τις συνοριακές διαβάσεις στον βορρά που οδηγούν προς την Σερβία.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
from: anatakti
via IFTTT